Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος
Реклама. ООО «ЛитРес», ИНН: 7719571260.
Оглавление
Angelos Vlachos. Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος
ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΨΥΧΗ1
(ΠΑΛΑΙΟΣ ΜΥΘΟΣ)
Α'
Β'
Γ'
Δ'
Ε'
ΣΤ'
Ζ'
ΛΑΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ2
Ι
ΙΙ
ΙΙΙ
IV
V
VI
VII
VIII
IX
Χ
XI
ΧΙΙ
XIII
XIV
Η ΕΣΠΕΡΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΟΥΣΑΜΑΚΗ
Α'
Β'
Γ'
Δ'
Ε'
ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΜΥΣΤΙΚΗ. ΔΙΑ ΣΦΑΙΡΙΔΙΩΝ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ. ΕΝ ΑΦΡΙΚΗ
ΤΟ ΕΝΘΥΜΗΜΑ ΤΟΥ ΜΙΜΙΚΟΥ4
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΛΑΧΝΟΣ5
Β'
Γ'
Δ'
Ε'
ΣΤ'
Ζ'
ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ6
ΥΙΟΣ ΕΚ ΠΑΤΡΟΣ
ΤΟ ΔΩΡΟΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ7
Α'
Β'
Γ'
Δ'
Ε'
ΣΤ'
Η ΜΠΟΓΑΤΣΑ
Ο ΕΠΤΑΨΥΧΟΣ ΓΑΤΟΣ
ΠΡΩΗΝ ΚΑΙ ΝΥΝ ΑΘΗΝΑΙ10
Β'
Γ'
Δ'
Ε'
ΣΤ'
Ζ'
Η'
Θ'
Ι'
ΙΑ'
ΙΒ'
ΙΓ'
ΙΔ'
ΙΕ'
ΣΤ'
ΙΖ'
ΙΗ'
ΙΘ'
Κ'
ΠΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΛΟΥΤΟΣ, ΛΙΤΟΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ11
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΥΠΟΜΟΝΗΣΙΑ12
ΑΡΤΟΣ ΠΙΤΥΡΙΤΗΣ13
ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΜΙΣΕΛΛΗΝΕΣ14
Α'
Β'
ΣΥΡΜΟΣ Ή ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ;15
ΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ16
ΤΑ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΑΙ ΚΥΡΙΑΙ17
ΑΝΑ ΤΑΣ ΟΔΟΥΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ18
ΟΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΑΙ ΤΟΝ ΟΔΩΝ19
Η ΚΥΡΙΑ ΔΕΧΕΤΑΙ20
Отрывок из книги
Ενθυμείσαι αναγνώστά μου, ότι υπήρξες ποτέ παιδίον; Ενθυμείσαι τα ωραία και ταχύπτερα έτη της φαιδράς εκείνης ηλικίας, ήτις ήρχισεν ότε ήρχισες να ομιλής, και ετελείωσεν ότε ήρχισες να σκέπτεσαι; Ενθυμείσαι τα ξύλινα άλογά σου, τους μολυβδίνους σου στρατιώτας, τας παραφώνους σου σάλπιγγας, τα μακρά καλάμια, εφ' ων ιππεύων περιέτρεχες την αυλήν της πατρικής σου οικίας, κυνηγών απανθρώπως τας ανακυκώσας το χώμα όρνιθας και ταράσσων τον ύπνον της θερμαινομένης εις τον ήλιον γαλής; Ενθυμείσαι τας ατελευτήτους εκείνας εσπέρας του χειμώνος, καθ' ας, οκλαδόν προ της μάμμης σου καθήμενος, ητένιζες τον γοητευμένον μικρόν σου οφθαλμόν εις τα στίλβοντα δίοπτρά της, δι' ων εκείνη προσείχε μη περιπλέξη τον μίτον του νυκτερινού της εργοχείρου ;
Τι ωραίος καιρός! Ποσάκις τας ψυχράς του Δεκεμβρίου εσπέρας, ενώ έδερεν έξω η βροχή τα φύλλα των παραθύρων, ή εστροβίλιζεν ο βορράς τον ανεμοδείκτην της καπνοδόχης, εκάθισα, – ως εκάθισες βεβαίως και συ – απέναντι των σπινθηρακιζόντων δαυλών της εστίας, πορφυρών τας παρειάς μου εις τας φλόγας της, και στηρίζων την κεφαλήν μου εις τα γόνατα της γραίας μου μάμμης, και την παρεκάλεσα, θωπεύων το κατ αρχάς και κλαυθμηρίζων μετά ταύτα, να ανοίξη τα μαραμμένα πλέον και επιχνοώντα ήδη αλλά φιλόμουσα πάντοτε χείλη της, και μας διηγηθή κανέν παραμύθι! Ανθίστατο κατ' αρχάς και ηρνείτο υπό μυρίας προφάσεις η αγαθή γραία· αλλά τι την ωφέλουν προφάσεις και αρνήσεις; Ο ικετευτικός κλαυθμηρισμός εκορυφούτο, αι θωπείαι και τα φιλήματα περιέλουον τας λαγαράς της παρειάς, και εις το νωδόν της στόμα ανέτελλε τέλος το μειδίαμα της υποχωρήσεως.
.....
Εσπέραν τινά τέλος πάντων ηνοίχθησαν και πάλιν αι σιδηραί της πύλαι, και η στιβάς ην απετελούμεν εγώ και αι αδελφαί μου εξήχθη της σκοτεινής αβύσσου και απετέθη επί του τραπεζίου, όπου ήρχιζε να μας αριθμή ο ευτραφής ημών κάτοχος.
Εν τω δωματίω υπήρχον έτι, πλην αυτού, ο μεσίτης εκείνος, ον γνωρίζουσιν ήδη οι αναγνώσται μου, και κυρία τις, σύζυγος καθ' όλα τα φαινόμενα του οικοδεσπότου, εύσωμος και ανθηρά δέσποινα, κεκαλυμμένη διά μετάξης και τριχάπτων.
.....