Αμλέτος
Реклама. ООО «ЛитРес», ИНН: 7719571260.
Оглавление
Уильям Шекспир. Αμλέτος
ΜΕΛΕΤΗ ΕΙΣ ΤΟΝ Α Μ Λ Ε Τ Ο Ν
ΑΜΛΕΤΟΣ
ΣΚΗΝΗ ΕΛΣΙΝΟΡΗ
ΑΜΛΕΤΟΣ
ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ
ΣΚΗΝΗ Α'
ΣΚΗΝΗ Β'
ΣΚΗΝΗ Γ'
ΣΚΗΝΗ Δ'
ΣΚΗΝΉ Ε'
ΠΡΑΞΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ
ΣΚΗΝΗ Δ'
ΣΚΗΝΗ Β'
ΠΡΑΞΙΣ ΤΡΙΤΗ
ΣΚΗΝΗ Α'
ΣΚΗΝΗ Β'
ΣΚΗΝΗ Γ'
ΣΚΗΝΗ Δ'
ΠΡΑΞΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ
ΣΚΗΝΗ Δ'
ΣΚΗΝΗ Β'
ΣΚΗΝΗ Γ'
ΣΚΗΝΗ Δ'
ΣΚΗΝΗ Ε'
ΣΚΗΝΗ ΣΤ’
ΣΚΗΝΗ Ζ'
ΠΡΑΞΙΣ ΠΕΜΠΤΗ
ΣΚΗΝΗ Α'
ΣΚΗΝΗ Β'
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
ΠΡΑΞΙΣ Α'
ΠΡΑΞΙΣ Β
ΠΡΑΞΙΣ Γ'
ΠΡΑΞΙΣ Δ'
ΠΡΑΞΙΣ Ε'
Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΑΜΛΕΤΟΥ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΡΙΤΙΚΩΝ
Отрывок из книги
Όταν αναγινώσκομεν τον Αμλέτον πρώτην και ζωηροτάτην εντύπωσιν γεννά εις την ψυχήν μας η μεγάλη ποικιλία των συμβάντων, η διαφορά και η αντίθεσις των χαρακτήρων, το μέγα βάθος και η σφοδρότης των αισθημάτων, η πρωτοτυπία και το ύψος των εννοιών. Εις το ποίημα τούτο μας ανοίγεται κόσμος ολόκληρος όπου περιπλέκονται περιστατικά διάφορα, άλλα αναγκαία επακολουθήματα της αρχικής αιτίας του δράματος, άλλα έκτακτα και υπερφυσικά ακόμη, άλλα προερχόμενα από την θέλησιν του ανθρώπου και άλλα από την τύχην όπου το αίσθημα της αγάπης παρουσιάζεται, εδώ ως κτηνώδης φυσική ορμή, εκεί ως αγνή συμπάθεια η οποία βλαστάνει από την ομοιότητα των ψυχών όπου με την αυτήν ενάργειαν αναφαίνεται η ζοφερά και η φωτεινή όψις της ανθρωπίνης ψυχής, η απονωτέρα φιλαυτία και η φιλανθρωποτέρα αυταπάρνησις· όπου με την αυτήν ομοιαλήθειαν εικονίζεται τόσον η πραγματική φρενολογική αλλοίωσις όσον και η πλαστή παραφροσύνη ως κάλυμμα βαθυτάτης συνέσεως· όπου ξεσκεπάζονται οι λεπτότεροι και γενναιότεροι δισταγμοί της συνειδήσεως, καθώς και τα σκοτεινά βάθη, εις τα οποία βασανίζεται ένοχος καρδία· όπου από ένα μέρος βασιλεύει η ηθική εξαχρείωσις με όλο το γυάλισμα και το ψεύτικο χρώμα εξευγενισμένης κοινωνίας, και από το άλλο, εις άμετρον ύψος, λάμπει καθαρός ο ανώτατος λόγος, αντηχεί άδολος η φωνή της φύσεως, και ακούεται ειλικρινής η γλώσσα της αληθείας· όπου, τέλος πάντων, εις αντίθεσιν των χαμηλών σκέψεων και φρονημάτων, όσα υπαγορεύονται από αγενή πάθη, εμφανίζονται αισθήματα και θεωρίαι, αι οποίαι φαίνεται ότι απομακρύνονται από τον κύκλον, από το θέμα του δράματος, δια να μας μεταφέρουν εις ορίζοντα καθολικών υψηλών προβλημάτων όπου αποβλέπουν είτε τον προορισμόν του ανθρώπου, είτε την πρόσκαιρον αβεβαίαν και ματαίαν σημασίαν της ενεργείας του εις τον κόσμον, είτε το αίνιγμα της καταστάσεώς του εις την άλλην ζωήν.
Αυτή μας η πρώτη εντύπωσις αυξάνει και μεταβάλλεται εις απορίαν, όταν σκεφθώμεν ότι δια τόσην έκτασιν και τόσο βάθος δεν φαίνεται επιδεκτική η πραγματική του προκειμένου δράματος υπόστασις. Το δραματικόν θέμα, το οποίον φυσικώς πηγάζει από το αρχικόν κακούργημα, από την δολοφονίαν του πατρός του Αμλέτου, συνίσταται εις τούτο, ότι ο μεν αδικημένος υιός και διάδοχος του θρόνου αισθάνεται το καθήκον και κυριεύεται από το πάθος να τιμωρήση τον φονέα του πατρός του και επιβάτην της βασιλείας, ο δε δολοφόνος έχει συμφέρον να προλάβη τον εχθρόν του και να τον θανατώση, όπως σωθή αυτός και χαρή εις το εξής ακίνδυνα τους καρπούς του εγκλήματός του. Τοιούτος αγών μεταξύ αδικητού και αδικημένου θα αποτελούσε δραματικήν πλοκήν και θα καταντούσε εις μίαν τραγικήν λύσιν ή με την τιμωρίαν του ενόχου ή με την αποτυχίαν του αδικημένου ή με την καταστροφήν και των δύο, ο δε ανταγωνισμός των χαρακτήρων και αι διάφοροι περιπέτειαι, εις τας οποίας θα παρουσιάζετο πλέον ή ολιγώτερον πιθανή η τιμωρία του αδικητού και ο κίνδυνος του αδικημένου, θα ήσαν βεβαίως ικανά να γεννήσουν ζωηροτάτην δραματικήν συγκίνησιν, αλλά πολύ διάφορον από το υψηλόν εκείνο ενδιαφέρον όπου από την πρώτην έως την ύστερην σκηνήν του Α μ λ έ τ ο υ μαγεύει τον νουν, την καρδίαν και την φαντασίαν μας. Και στηρίζεται εις τον ανταγωνισμόν δύο φοβερών αντιπάλων η εξωτερική κατασκευή του δράματος, αλλ' η ουσία του ποιήματος, ο ανώτερος πνευματικός λόγος ενυπάρχει όλος εις την εσωτερικήν πάλην, εις την οποίαν ευρίσκεται από την αρχήν έως το τέλος ο πρωταγωνιστής, η δε ψυχική τούτη κατάστασις δεν εξηγείται, εάν τον μετρήσωμεν με την στάθμην του κοινού ανθρώπου, εάν δεν κατανοηθή η πρωτότυπος και έκτακτος τούτη φύσις, οποίαν την συνέλαβε και την έπλασεν ο ποιητής.
.....
Υποχωρούν οι πένθιμοι διαλογισμοί, σιωπά το αίσθημα της αγάπης εις τα βάθη της ψυχής του Αμλέτου, και εις την επιφάνειαν αναφαίνεται πάλιν η ορμή προς την φονικήν ανταπόδοσιν, και, ως να προετοιμάζετο ήδη εις άμεσον ενέργειαν, αυτός έρχεται να εκθέση εις τον φίλον του πως ευτύχησε να ματαιώση τα δολοφόνα σχέδια του Κλαυδίου, τα οποία αποτελούν νέον λόγον διά να μη αναβάλη πλέον την τιμωρίαν. Δεν επεριμέναμεν από τον μεγαλόψυχον Αμλέτον ότι, έστω και διά να σώση την ζωήν του, ως αναγκαίαν εις την εκπλήρωσιν της εντολής του, ήθελε δολοφονήση, ως εδολοφόνησε, τους δύο συμμαθητάς του· αλλά περισσοτέραν φρίκην μας προξενεί η επιμονή, με την οποίαν προσπαθεί να δικαιολογήση εις τον φίλον του το σατανικόν κατόρθωμά του και η πεποίθησις, οπού αυτός φαίνεται να έχη, ότι έλαβεν εις τούτο συμβοηθόν την Θείαν Πρόνοιαν. Αλλ' ακριβώς αυτή η επιμονή, αυτή η επιδεικτική αταραξία προδίδει τον κρύφιον έλεγχον της συνειδήσεως του· ως ένοχος απολογείται προς τον φίλον, του οποίου τα μετρημένα λόγια υποδηλόνουν λύπην διά το πάθημα των δύο απεσταλμένων. Το ηθικόν του Αμλέτου έπαθε φοβεράν μεταβολήν, και εις αυτήν την κατάπτωσιν πρώτην φοράν τον ακούομεν να αναφέρη ως λόγον της εκδικήσεως έναν λόγον προσωπικόν, τουτέστιν ότι ο Κλαύδιος τον είχε αποκλείση από τον θρόνον, ενώ έως τώρα η προς την μνήμην του αδικημένου πατρός του αφοσίωσις ήταν μόνη αρκετή να του επιβάλη την τρομεράν υποχρέωσιν. Ο Αμλέτος έπεσεν εις ηθικήν ατονίαν, και όταν ο φίλος του τον παρακινεί πλαγίως να λάβη μίαν απόφασιν πριν ο Κλαύδιος μάθη τον θάνατον των δύο απεσταλμένων και τα πράγματα περιπλεχθούν, ο Αμλέτος δεν κάμνει κανένα σχέδιον, φαίνεται ότι αναπαύεται εις την πεποίθησιν ότι έως τότε ή και τότε θα του παρουσιασθή η ευκαιρία, το φοβερόν εκείνο δευτερόλεπτον,
Έπαυσε η εσωτερική αντίστασις, εσίγησεν ο ανεξερεύνητος λόγος τόσων δισταγμών, ο φοβερός αγών έχει γονατίση, έχει συντρίψη την ψυχήν του Αμλέτου· η θέσις του ομοιάζει αρνητική με την πεποίθησιν ότι αυτός είναι όργανον της Θείας Δίκης, εκτελεστής Ανωτέρας Θελήσεως, αδιάφορος, ατάραχος περιμένει έξωθεν την αφορμήν, την ώθησιν, το σύνθημα, να εκπληρώση την εντολήν του, και ήδη σκοτεινώς μαντεύει ότι τοιαύτη αφορμή θα προέλθη από τον αγώνα της ξιφομαχίας, όπου αναγκαίως υποπτεύεται νέαν φονικήν επιβουλήν του Κλαυδίου. Και ενώ προαισθάνεται μίαν αιματηράν λύσιν, και είναι έτοιμος να την απαντήση, ταυτοχρόνως, ανάμεσα εις την φαινομενικήν ιλαρότητα με την οποίαν διά τελευταίαν φοράν εμπαίζει και παρωδεί το μωρόν και δουλικόν ήθος των Αυλικών εις το πρόσωπον του Οσρίκου, εκφέρει τρομακτικάς αμφιλογίας, όπου αινίττεται την επικειμένην μεταξύ αυτού και του Κλαυδίου θανάσιμον πάλην, όταν λέγη· εάν ο Βασιλέας μένει εις την γνώμην του, εγώ θα κερδίσω δι' αυτόν το στοίχημα, αν δυνηθώ· ειδεμή δεν θα κερδίσω παρά την εντροπήν μου· – εγώ δεν αλλάζω γνώμην· αυτή συμμορφόνεται με την επιθυμίαν του Βασιλέως· αν ευκαιρεί αυτός, ευκαιρώ και εγώ, τώρα ή εις οιανδήποτε ώραν· και όταν ειρωνικώς χαιρετά τον ερχομόν του Κλαυδίου και της Γελτρούδης με την καλήν ώραν. Έφθασεν η καλή ώρα, και ο Αμλέτος κατέχεται από θανατικόν προαίσθημα τόσο καθαρόν, ώστε το ομολογεί εις τον φίλον του, αλλ' αναπαυόμενος ήδη εις την Θείαν Βούλησιν αδιαφορεί προς το εσωτερικόν εκείνο προμήνυμα. Ειλικρινώς προσπαθεί να εξιλεωθή με τον Λαέρτην, εις τον οποίον βλέπει ένα από τα θύματα της παραφοράς του, διότι τόση απόστασις τον εχώρισεν ήδη από την πρώτην ψυχικήν του κατάστασιν, ώστε πιστεύει ίσως και αυτός ότι η ανεξήγητος εκείνη εσωτερική πάλη προήρχετο από πραγματικήν διατάραξιν της διανοίας· σπεύδει πρώτος ν' αρχίση την ξιφομαχίαν προαισθανόμενος ότι εκείνο το παιγνίδι θα επιταχύνη την κρίσιν· πρώτος ζητεί να δοθούν τα ξίφη· πρώτος δίδει το σύνθημα, αλλά ταυτοχρόνως φροντίζει ώστε να μη τον προλάβη επιβουλή του Κλαυδίου, και δεν πίνει, αν και ο Κλαύδιος και κατόπιν και η Γελτρούδη του προσφέρουν το ποτήρι· μ' επιμονήν εξακολουθεί τον αγώνα, κεντά την φιλοτιμίαν του αντιπάλου του, ακριβώς εις την στιγμήν οπού εις την συνείδησιν τούτου εκλονίζετο η δολοφόνος απόφασις. Και η καταστροφή επέρχεται· η περιμενομένη αφορμή επαρουσιάσθη· ένα νέον κακούργημα, μία νέα προδοσία του δολοφόνου, του αιμομίκτου, του κατηραμένου Βασιλέως επιβάλλει εις τον Αμλέτον, ως ήθελεν αναγκάση οιονδήποτε άλλον άνθρωπον, να τον τιμωρήση εις τον τόπον. Και προφθάνει να ελευθερώση τον κόσμον από εκείνο το τέρας, αλλά δεν προφθάνει να αποπλύνη με μίαν δημοσίαν εξομολόγησιν το όνειδος των κακών πράξεων όπου τον παρέσυρεν η ανάγκη της εκδικήσεως· αφίνει αυτήν την φροντίδα εις τον φίλον του και λυπείται διότι αποθνήσκει χωρίς να μάθη τα νέα από την Αγγλίαν, ως να εύχεται να απέτυχε το φονικόν εκείνο στρατήγημα· ο θάνατος σφραγίζει τα χείλη του, και ο Αμλέτος φέρει εις τον τάφον το ανεξιχνίαστον μυστήριον της συνειδήσεώς του· __ό,τι απομένει είναι σιωπή_.
.....