Читать книгу Μελέται: 10 άρθρα του στον «Νουμά» - Dragoumes Ion - Страница 2
ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΣΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ Δ. Π. ΤΑΓΚΟΠΟΥΛΟ
ΓΙΑ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
ОглавлениеΕξόν από τα τρία βιβλία του κι από τρία-τέσσερα ακόμα φυλλάδιά του, πολιτικά και πατριωτικά πάντοτε, όλη σχεδόν η άλλη λογοτεχνική εργασία του I. Δραγούμη (Ίδα), δημοσιεύτηκε στο «Νουμά». Κι από τα τρία ακόμα βιβλία του, το ένα η «Σαμοθράκη, στο «Νουμά» πρωτοτυπώθηκε (1909 – 1910), κι από τις σελίδες του «Νουμά» τραβήχτηκε σε βιβλίο ξεχωριστό. Γιατί ο Ίδας, αγωνιστής του Δημοτικισμού κρατερός, στάθηκε πλάι στο «Νουμά», στήριγμα του ακριβό, σωστά δέκα χρόνια, από τα 1905, που πρωτοφάνηκε στις στήλες του με τη μελέτη του: «Στην Πόλη», ίσαμε τα 1915 πούβγαλε δικό του, καθαρά πολιτικό περιοδικό, την «Πολιτική Επιθεώρηση». Μα και την «Πολιτική Επιθεώρηση» σαν έβγαζε, δεν αποτραβήχτηκε από το «Νουμά». κι ας έπαψε να στολίζει τις στήλες του με τάρθρα του, μόνο του απόμεινε φίλος πιστός και υλικός ακόμα υποστηριχτής. Έτσι, μια δεκάχρονη στενή συνεργασία μαζί του σ' έναν αγώνα «απεγνωσμένο» και «πολυμέτωπο», όπως είτανε στην πρώτη περίοδο του «Νουμά» ο δημοτικιστικός αγώνας, μούδωσε όλον τον καιρό κι όλες τις ευκαιρίες να τονέ μελετήσω καλά, καταβάθος, και να χαρώ τις τόσες αρετές του, που στολίζανε την ψυχή του κι αποτελούσανε το χαραχτήρα του. Θυμάμαι με πόσο πόνο, σαν αυτοχτόνησε ο Περικλής Γιαννόπουλος, μούπε τα βαθιοστόχαστα τούτα λόγια:
– Πάει κι αυτός! Κρίμα!.. Κ' είμαστε τόσο λίγοι!..
Τόνιωθε πως είταν κι αυτός ένας από τους λίγους, από τους τόσο λίγους αγνούς ιδεολόγους, που αφίνοντας το ατόφιο τους καταμέρος, μόνο μια Ιδέα προσκυνούν κι ακολουθούν, και φεύγοντας, θεληματικά ή άθελα ή και με βία, από τη ζωή, όπως έφυγε κι αυτός, αφίνουν πίσω τους όχι κείνο που συνηθίσαμε να λέμε συμβατικά «κενόν», μα αληθινά κάπιο χάος.
Ο Ίδας, μ' όλα τα ξεχωριστά λογοτεχνικά του χαρίσματα, θαπομένει στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας περισσότερο ως π ο λ ε μ ι σ τ ή ς, militant, παρά ως λογοτέχνης. Η κυρίαρχη γραμμή σ' όλη τη σκέψη του, σ' όλη την εργασία του, είταν ο αγώνας, ο πόλεμος. Για τούτο, αν καλοπροσέξει κανείς και κείνες τις σελίδες του ακόμα, που φαίνονται σε πρώτο διάβασμα, καθαρά λογοτεχνικές, θα ιδεί πως κάτου κι από τις απαλότερες φράσες κουφοβράζει η ακράτητη ορμή του πολεμιστή.
Η Εταιρία «Τύπος» τιμώντας τη μνήμη του ευγενικού αυτού πολεμιστή, θέλησε, να βγάλει το βιβλίο τούτο, ως μνημόσυνό του φιλολογικό, κι ανάθεσε τη σύνταξή του και τη φροντίδα του σε μένα. Τιμή μου που και δεύτερη φορά μου δίνεται η ευκαιρία να βάλω τόνομά μου πλάι στο δικό του. Στα 1916 τα Αλεξαντριανά «Γράμματα» βγάλανε μια σύντομη και δυσκολόβρετη σήμερα μελέτη μου με τον τίτλο «ΙΔΑΣ», και να που και τώρα, σε μένα μοιραία πέφτει ο κλήρος να βγάλω το επιμνημόσυνο βιβλίο του.
Βέβαια, θάπρεπε να μαζωχτούνε στοργικά και να βγούνε σε τόμο πολυσέλιδο, όλα τάρθρα του κι όλες οι μελέτες του, πούναι τυπωμένες στο «Νουμά». Τούτο σίγουρα πρέπει να γίνει, μια μέρα, από τους θαυμαστές του. Σήμερα, το βιβλίο τούτο ας λογαριαστεί για περίληψη της σκορπισμένης στους τόμους του «Νουμά» εργασίας του. Και τέτια αληθινά, είναι: Περίληψη. Γιατί τάρθρα και οι μελέτες που διάλεξα να τυπώσω σ' αυτό αν και είναι γραμμένα πάνου σε διαφορετικά, τα περισσότερα, θέματα, είναι κινημένα όλα από την ίδια «αφετηρία», και καταλήγουνε στο ίδιο «τέρμα»: την εθνικιστική του ιδεολογία. Μια σ υν έ π ε ι α αξιοθαύμαστη παρατηρεί κανείς σ' όλη την εργασία του. Ούτε το παραμικρότερο παραστράτισμα. Δεν ξεχνιότανε ποτέ, ποτέ το θέμα δεν τον παράσερνε. Ακόμα και στην «Αγνή», σε μιαν όαση ολοπράσινη αγάπης, που απλώνεται για ξεκούρασμα της ψυχής, μέσα στις αιματοβαμένες σελίδες του «Ηρώων και Μαρτύρων αίμα» ο ανθρώπινος έρωτας θαμποσκεπάζεται, αν δεν χάνεται ολότελα, από τον έρωτα της Πατρίδας. Παντού και πάντοτε ο ιδεολόγος εθνικιστής. Και στις απαλότερες γραμμές του ακόμα.
Το μαρτυρικό τέλος του, τον ανέβασε πολύ στην κοινή συνείδηση, σχεδόν τον εξαΰλωσε – του πρόστεσε κάτι το θρυλικό στην τίμια κι ολοφώτεινη ζωή του. Χωρίς να μπορώ να ξελαγαρίσω κάτι θολό κι άμορφο που καλοθρονιάστηκε επίμονα μέσα στην ψυχή μου και να ερμηνέψω με λόγια ό,τι τώρα, τούτη τh στιγμή, που ρίχνω στο χαρτί τις γραμμές μου αυτές, σφηνώθηκε μέσα στη σκέψη μου, γεννημένο ίσως αυτόματα από την όλη δράση του κι από την όλη πνευματική του εργασία που είναι απλωμένη ανάκατα, δίχως τάξη, στη θύμηση μου – χωρίς να μπορώ λοιπόν να το ξελαγαρίσω αυτό που μου συμβαίνει, μούρχεται να πω πως έτσι θάπρεπε να πεθάνει ο άνθρωπος ο ξεχωριστός, που είχε σ' όλη τη ζωή του οδηγό το ΧΡΕΟΣ και που έναν αφέντη μοναχά ένιωσε πάντα πάνω του το ΠΡΕΠΕΙ το αδυσώπητο (1). Δεν ξαίρω, δε μαθεύτηκε, τι είπε σαν τονέ σωριάζανε καταγίς οι σφαίρες, οι ηρωικές (2). Αν τον άφιναν οι σφαίρες και οι λογχισμοί να πει μια λέξη, σίγουρα η λέξη αυτή θα είταν κείνο που βροντοφώναξε μέσα στο πρώτο του βιβλίο – και θα το είπε σαν ευκή ολόψυχη προς την Πατρίδα του, που τόσο την αγάπησε και που τόσο τίμια σ' όλη του τη ζωή την υπερέτησε:
– Σώνουν οι μάρτυρες!..
Δ. Π. ΤΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ