Читать книгу Στα μικρά πικραλιδάκια. Για τη ζωή. Για τις αξίες που υπάρχουν σε αυτήν. Και, φυσικά, για τον Άνεμο - იაკობ ცურტაველი - Страница 2

Оглавление

Πλησίαζε το βράδυ.

Η βραδινή δροσιά ήρθε να πάρει τη θέση του πρωϊνού καύσωνα. Oλα τα ζωντανά όντα αναστέναζαν με ανακούφιση.

Τα φυτά και τα ζώα ετοιμάζονταν να κοιμηθούν. Η «πανταχού παρούσα» σκνίπα κίνησε για τον βραδινό της περίπατο. Εν τω μεταξύ ο γερο-πικραλίδας αποφάσισε πριν τον ύπνο να μιλήσει με τα εγγονάκια του.

«Οι αρχαίες πικραλίδες έλεγαν ότι μία από τις βασικές αξίες της ζωής είναι το δικαίωμα του καθενός στην επιλογή και το ευνοϊκό φύσημα του Ανέμου. Εγώ, λοιπόν, σας λέω ότι όλα αυτά δεν είναι απόλυτα. Η σημαντικότερη αξία είναι το φυλλαράκι των γονιών μας που φυτρώνει δίπλα μας!»

Τα πικραλιδάκια κοιτάχτηκαν εντυπωσιασμένα.

«Παππού, μα γιατί το φυλλαράκι των γονιών μας είναι αξία;» ρώτησε ένα πικραλιδάκι.

«Δεν πειράζει. Θα έρθει η ώρα που θα το καταλάβετε μόνοι σας!» ψέλλισε ο παππούς.

«Μμ ναι, είναι ακόμα νωρίς. Δεν είναι αρκετά μεγάλοι.» σκέφτηκε ο γερο-πικραλίδας και είπε φωναχτά:

«Πέστε για ύπνο! Είναι αργά.»

Τα λόγια του παππού δεν μπορούσαν να βγουν από το μυαλό της μικρής πικραλίδας και γι» αυτό δεν μπορούσε να κοιμηθεί.

«Παππού πες μου, πες μου γι» αυτό που έλεγες. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Τι θα σου κοστίσει να μου πεις; Μοιράσου τη σοφία σου!»

«Τη σοφία μου ή την ανοησία μου;» απάντησε αινιγματικά ο παππούς χωρίς να ανοίξει τα μάτια του.

«Θα μου πεις;» δεν τα παρατούσε το εγγονάκι.

«Εμπρός, λοιπόν, άκου.» χασμουρήθηκε ο γερο-πικραλίδας και χωρίς να βιάζεται άρχισε τη διήγηση.

Σε μια γραφική βουνοπλαγιά ζούσαν πικραλίδες. Αυτές οι καλοκάγαθες υπάρξεις ήταν καλομαθημένες από τον καθαρό αέρα και από την αδιάκοπη μητρική φροντίδα του Ήλιου.

Από τον Απρίλη κιόλας, μόλις έλιωσαν τα πρώτα χιόνια, οι πικραλίδες όλες μαζί βγήκαν στο φως και ζούσαν πια ευχαριστημένες. Τις θαύμαζαν τα άγρια θηρία, τα πουλιά και κάθε είδους ταξιδιώτης.

Αυτές τις τραβούσε προς το μέρος του ο Ήλιος χαρίζοντας στον κόσμο τα αστραφτερά χαμόγελά τους και χαίρονταν ειλικρινά την κάθε τους μέρα.

Κάθε πρωί με τις πρώτες ακτίνες του Ήλιου στη γλυκιά χαλάρωση μία μετά την άλλη οι πικραλίδες ξυπνούσαν, τεντώνονταν και φορούσαν τα φωτεινά κίτρινα καπέλα τους. Τα δειλινά, καθώς έπεφταν για ύπνο, εύχονταν σε καθετί που φύτρωνε, σερνόταν, έτρεχε, περπατούσε και που πετούσε μια ζεστή, ήρεμη νύχτα και όνειρα γλυκά. Έτσι περνούσαν οι μέρες η μία μετά την άλλη.

Η απριλιάτικη δροσιά έδωσε τη θέση της στην μαγιάτικη ζέστη. Τα μικρά πικραλιδάκια μεγάλωσαν: μιλούσαν σαν μεγάλοι, παντρεύονταν και ήδη σκέφτονταν τα παιδιά. Δεν πρόλαβε να φανεί η ζέστη του Ιουνίου, που χάρισε στα πικραλιδάκια τη χαρά της απόκτησης νέας ιδιότητας, αυτής του γονέα, και ήρθε ο Ιούλιος που έφερε μαζί του στην πλαγιά τον καύσωνά του.

Στα μικρά πικραλιδάκια. Για τη ζωή. Για τις αξίες που υπάρχουν σε αυτήν. Και, φυσικά, για τον Άνεμο

Подняться наверх