Читать книгу Η φιλοσοφία του Σωκράτους κατά A. Fouillée - Petros Vrailas-Armenes - Страница 3
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ
ΚΑΤΑ
A. FOUILLÉE
ΒΙΒΛΙΟΝ Α'.
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ
ОглавлениеΑ’.
Πρώται μελέται και καθολική αυτού περιέργεια
Εν αρχή του Συμποσίου λέγει ο Σωκράτης προς τον Καλλίαν^ αεί συ επισκώπτεις ημάς καταφρονών, ότι συ μεν Πρωταγόρα τε πολύ αργύριον δέδωκας επί σοφία και Γοργία και Προδίκω και άλλοις πολλοίς, ημάς δ' οράς αυτουργούς τινας της φιλοσοφίας όντας . Το χωρίον τούτο καταδεικνύει τον προσωπικόν και πρωτότυπον χαρακτήρα της σωκρατικής φιλοσοφίας, ήτις δεν είναι σύνολόν τι ιδεών παρ' άλλων λαμβανόμενον, αλλ' ο ενδόμυχος καρπός της ψυχής εν τη ενώσει αυτής μετά της αληθείας. Εκ τούτου όμως δεν πρέπει να συμπεράνωμεν, ως ο Ρίττερ και άλλοι κριτικοί της Γερμανίας, ότι ουδέν παρ' ουδενός εδιδάχθη ο Σωκράτης. Διαλεγόμενος προς πάντας, και ιδίως προς τους διασημοτέρους, πολλά εδιδάσκετο και εδίδασκε· παρά τω Σιμμία εμυείτο τας θεωρίας των πυθαγορίων, ο Ευκλείδης τω απεκάλυπτε τας λεπτότητας της ελεατικής διαλεκτικής, και ο Πλάτων τω ενεπιστεύετο τας ιδίας θεωρίας, εξ ων άλλας μεν παρεδέχετο, άλλας δε απέρριπτεν. Αι δε Αθήναι ήσαν τότε το κέντρον, εν ώ πάσαι αι διδασκαλίαι συνήρχοντο και διεμάχοντο κατ' αλλήλων, και ο Σωκράτης ανεγίνωσκε και τους θησαυρούς των πάλαι σοφών ανδρών, ους εκείνοι κατέλιπον εν βιβλίοις γράψαντες (Απομ. Α. ς') @. Ιδίως δε, την μουσικήν εδιδάχθη παρά Δάμωνος (Πλάτ. Φαίδρ. 96), και γνωστόν είναι πόσον μεγάλην έκτασιν είχεν η της τέχνης ταύτης διδασκαλία, την γλυπτικήν τον είχε διδάξει ο πατήρ του (Παυσ. Α'. κβ'). την γεωμετρίαν Θεόδωρος ο Κυρηναίος, και ουχί μετρία ήτο, καθ' ά μαρτυρεί ο Ξενοφών, η γνώσις αυτού της μαθηματικής και της αστρονομίας, και αυτού δε του Προδίκου διήκουσε διδάσκοντος περί της σημασίας και αξίας των λέξεων. Μεταξύ των ποικίλων διδασκάλων αυτού ο Παρμενίδης βεβαίως έπρεπε να τω αφήση τας βαθυτέρας εντυπώσεις, και τούτου ηδύνατο να διακούση, αν και πολύ νεώτερος αυτού, διότι και τρις το γεγονός τούτο μαρτυρεί ο Πλάτων, και ο Φύλλεβορν, ο Σχλεϊερμάχερ και ο Κουσίνος εκ περισσού απέδειξαν ότι χρονολογικώς δεν ήτο αδύνατον· αφ' ετέρου, τα ίχνη της ελεατικής διαλεκτικής διορώνται και εν αυτή τη σωκρατική μεθόδω, ως θέλομεν ίδει εν οικείω τόπω. Παρά τούτους δε πάντας αναντίρρητον εκ τε αρχαίων μαρτυριών και εξ ελλόγων εικασιών φαίνεται ημίν ότι και παρά του Αρχελάου, μαθητού του Αναξαγόρου, εδιδάχθη ο Σωκράτης τας αρχάς της φυσικής επιστήμης.
Και κατ' αρχάς μεν ετράπη προς τας περί φύσεως θεωρίας, ως προκύπτει έκ τινος χωρίου του Φαίδωνος (96 κλ.), όπερ πάντες οι κριτικοί θεωρούσιν ιστορικόν, αν και εις τούτο αντιτάσσονται φράσεις τινές της Απολογίας , ζητών προ πάντων εν τη μελέτη της φύσεως τας αρχάς, τα αίτια, τους νόμους των υλικών φαινομένων, ό εστιν, αυτήν την μεταφυσικήν θεωρίαν του κόσμου· είναι δε αξιοπαρατήρητον πως και η τότε θεωρία της φύσεως προσεπάθει να αναγάγη τα νοητικά και ηθικά φαινόμενα εις την κίνησιν και τα πάθη των υλικών μορίων διά των αυτών σχεδόν ιδεών και εκφράσεων των σημερινών θετικολόγων· εγώ γαρ νέος ων θαυστώς ως επεθύμησα ταύτης της σοφίας, ην δη καλούσι περί φύσεως ιστορίαν, υπερήφανος γαρ μοι εδόκει είναι ειδέναι τας αιτίας εκάστου, διά τι γίγνεται έκαστον και διά τι απόλλυται και διά τι έστι· και πολλάκις εμαυτόν άνω κάτω μετέβαλλον σκοπών πρώτον τα τοιάδε, αρ' επειδάν το θερμόν και το ψυχρόν σηπεδόνα τινά λάβη, ώς τινες έλεγον, τότε δη τα ζώα ξυντρέφεται, και πότερον το αίμα εστιν ω φρονούμεν, ή ο αήρ, ή το πυρ, ή τούτων μεν ουδέν, ο δε εγκέφαλος εστιν ο τας αισθήσεις παρέχων του ακούειν και οράν και οσφραίνεσθαι, εκ τούτων δε γίγνοιτο μνήμη και δόξα, εκ δε μνήμης και δόξης λαβούσης το ηρεμείν κατά ταύτα γίνεσθαι επιστήμην κλ. (Φαίδ).
Β’.
Νέα διεύθυνσις των μελετών του Σωκράτους. – Τι προσθέτει εις την διδασκαλίαν του Αναξαγόρου. – Η ιδέα του τελικού αιτίου.
Λαβών δε αφορμήν εκ των βιβλίων του Αναξαγόρου έδωκεν, ως αυτός ομολογεί, νέαν διεύθυνσιν εις τας ιδίας μελέτας. Αλλ' ακούσας μέν ποτε εκ βιβλίου τινός, ως έφη, Αναξαγόρου αναγινώσκοντος, και λέγοντος, ως άρα νους εστιν ο διακοσμών τε και πάντων αίτιος, ταύτη ήδη τη αιτία ήσθηντε και έδοξέ μοι τρόπον τινά ευ έχειν το τον νουν πάντων είνε αίτιον. (Φαίδ. 96). Αλλ' ο Αναξαγόρας δεν υψούτο υπεράνω της φυσικής των Ιώνων, ειμή ίνα μεταπέση αμέσως εις αυτήν, και ο Φαίδων παριστά σαφέστατα την αντίθετον και ηθικήν τάσιν του πνεύματος του Σωκράτους· και ηγησάμην, ει τούθ' ούτως έχει, τον γενούν κοσμούντα πάντα κοσμείν, και έκαστον τιθέναι ταύτη όπη αν βέλτιστα έχη · ώστε προς αληθή γνώσιν οιουδήποτε πράγματος ανάγκη να ζητήσωμεν ποίον είναι το τέλος και ο προορισμός αυτού, και τι είναι εν αυτώ το βέλτιστον· ει ουν τις βούλοιτο την αιτίαν ευρείν περί εκάστου, όπη γίγνεται ή απόλλυται ή εστι, τούτο δει περί αυτού ευρείν όπη βέλτιστον αυτώ εστιν ή είναι ή άλλο οτιούν πάσχειν ή ποιείν . Η έννοια του τελικού αιτίου πρωτεύει εν τοις περί Σωκράτους παρά Ξενοφώντι ουχ ήττον ή παρά Πλάτωνι, και αρκεί εις απόδειξιν η μεταξύ Σωκράτους και Αριστοδήμου συνδιάλεξις, και ο τρόπος καθ' ον εκεί εξηγείται πάσα η του ανθρωπίνου σώματος οικονομία. Καθό δε ηθικωτέρα, η νέα αύτη τάσις ήτο δι' αυτό τούτο και μάλλον μεταφυσική των θρασυδείλων αξιώσεων των προκατόχων του, διότι η έννοια του τέλους και του αγαθού δεν είναι ιδία μόνον της ηθικής επιστήμης αλλά και της μεταφυσικής, είναι το Ύψιστον αντικείμενον υπό το όνομα του τελείου και του απολύτου, και θέλομεν ίδει τον Σωκράτην εφαρμόζοντα εις όλην την φύσιν και εις αυτήν την θείαν διάνοιαν την αρχήν του βελτίστου, ήτις ήτο ο κανών της διαγωγής του, και ην εθεώρει παντοδύναμον επί της ανθρωπίνης θελήσεως· ταύτην δε την έννοιαν του τελικού αιτίου και ο Αριστοτέλης αποδίδει εις την Σωκρατικήν φιλοσοφίαν. Τόσω δε η έννοια αύτη εκυρίευε τον Σωκράτην, ώστε κατέπνιγε σχεδόν την έννοιαν των άλλων αιτίων, και εις τούτο αποδοτέον την εν τη ανωτέρω παραγράφω του Φαίδωνος υπερβολικήν και άδικον κατάκρισιν Αναξαγόρου. Νέα λοιπόν εισάγεται εις την φιλοσοφίαν αρχή διά Σωκράτους, η του τελικού αιτίου, ήτοι του αγαθού, και την θεωρίαν του διδασκάλου θέλει συμπληρώσει και τελειοποιήσει ο Πλάτων διά της περί ιδεών μεταφυσικής θεωρίας, ως τούτο καθοράται και εν αυτώ τω παρατεθέντι χωρίω του Φαίδωνος , ένθα είναι προφανής η από του τελικού αιτίου μετάβασις εις την ιδέαν, καθό τύπον του όντος θεωρουμένην, και ο Σωκράτης παρίσταται εν τη αληθεί αυτού θέσει μεταξύ Αναξαγόρου και Πλάτωνος· οι Ίωνες δεν ανεγνώριζον ειμή το φυσικόν αίτιον, ο Αναξαγόρας συλλαμβάνει το νοερόν αίτιον, ο Σωκράτης καταλαμβάνει ότι παν νοερόν αίτιον είναι δι' αυτό τούτο ηθικόν και τελικόν , τέλος ο Πλάτων συμπεραίνει ότι το τελικόν αίτιον πρέπει να περιέχη τύπον τινά τελειότητος, ον έχει προ οφθαλμών ο διακοσμών νους (πάντα εγέννησε παραπλήσια εαυτώ ), ώστε η ιδέα είναι παρά Πλάτωνι η απορρόφησις πάντων των άλλων αιτίων, του φυσικού, του ψυχολογικού, του ηθικού, εν τω κατ' εξοχήν μεταφυσικώ, εν τω ανωτάτω λόγω των όντων, τω τελείω αγαθώ.
Γ’.
Η του ανθρώπου μελέτη αφετηρία πάσης φιλοσοφικής θεωρίας
Η νέα αρχή του Σωκράτους έμελλεν εξ ανάγκης ν' ανανεώση και την μέθοδον της φιλοσοφίας, διότι εάν η ηθική συνάπτεται, αφ' ενός, προς την μεταφυσικήν, στενώτατον σύνδεσμον έχει, αφ' ετέρου, προς την ψυχολογίαν· όθεν ο Σωκράτης ηρώτα· πότερά ποτε νομίσαντες ικανώς ήδη τ' ανθρώπεια ειδέναι, έρχονται επί το περί των τοιούτων (περί φύσεως και κόσμου) φροντίζειν, ή τα μεν ανθρώπεια παρέντες, τα δαιμόνια δε σκοπούντες, ηγούνται τα προσήκοντα πράττειν· (Απομν. Α' α') . Και εν τω Δ', β' (αυτόθι ) έτι σαφέστερον συνιστά εις τον Ευθύδημον το Γνώθι σαυτόν ως βάσιν πάσης φιλοσοφίας· ειπέ μοι έφη, ω Ευθύδημε, εις Δελφούς ήδη πώποτε αφίκου; κλ. Η αυτή δε διδασκαλία εύρηται και παρά Πλάτωνι εν τω Αλκιβιάδη α' .
Ποικίλαι σημασίαι απεδίδοντο και παρ' αυτού του Σωκράτους εις το Γνώθι σαυτόν , αίτινες όμως συμβιβάζονται εξ ανάγκης, καθόσον η γνώσις ημών αυτών περιλαμβάνει και της ηθικής και της νοητικής ημών φύσεως την γνώσιν, και η μεν πρώτη είναι ο απαραίτητος όρος της αρετής, η δε δευτέρα της επιστήμης. Και αύτη πάλιν υποθέτει ου μόνον την γνώσιν της ημετέρας αμαθείας, αλλά και των όρων της αληθούς μαθήσεως, ώστε από της ηθικής έμελλε λογικώς να μεταβή ο Σωκράτης εις την λογικήν και την ψυχολογίαν, εάν προς πράξιν του αγαθού απαραίτητος είναι η γνώσις του αληθούς. Προς τούτοις δε συνειθίζων να γενικεύη και να ορίζη, έπρεπε να εύρη εν τη ψυχή αυτού τους γενικούς νόμους της διανοίας, τα γένη, και τας εις πάντας ανθρώπους κοινάς δυνάμεις του πνεύματος. Άμα δε το καθόλου αναφαίνεται εν τω πνεύματι, αι μεταφυσικαί ιδέαι παρίστανται ταυτοχρόνως, και τοιούτω τρόπω επαναφέρων την φιλοσοφίαν εις τα ανθρώπεια , ο Σωκράτης διήνοιγεν αυτή την προς τα θεία οδόν, και προητοίμαζε την υπό Πλάτωνος ανανέωσιν της μεταφυσικής. Και ούτω καθορώνται οι διαδοχικοί βαθμοί της σωκρατικής διανοίας· η νέα αρχή του τελικού αιτίου, ήτοι του αγαθού, είλκυεν αυτόν προς την λογικήν έρευναν του τέλους τούτου, και αύτη προς την ψυχολογικήν ανάλυσιν, και υπ' αυτήν έμελλε να εύρη την μεταφυσικήν, εν ή υπάρχει το αληθές αντικείμενον της ηθικής, το τελικόν και πρώτον αίτιον, το αγαθόν, δι' ου συνεπληρούτο, ούτως ειπείν, ο κύκλος, και ο προς όν όρος εταυτίζετο με τον αφ' ού διά της ταυτότητος της ηθικής και της μεταφυσικής εν τη Ιδέα του αγαθού.
Δ’.
Μέθοδος του Σωκράτους – Ειρωνεία και μέθοδος
ανασκευαστική.
Η κατά της οιήσεως και σοφιστείας ειρωνεία του Σωκράτους προήρχετο εκ της αντιθέσεως ην εύρισκε μεταξύ του ιδανικού της επιστήμης και της αμαθούς αλαζονείας των αντιπάλων αυτού (Πλάτ. Απολογ. ) Και την ειρωνείαν ταύτην, δι' ής καθίστα γελοίους τους αντιπάλους, και κατεδείκνυε το ψεύδος της επιστήμης αυτών, θέλει μεταχειρισθή ακολούθως και ο Πλάτων προς κάθαρσιν του πνεύματος και της καρδίας (Σοφιστ. και Πολιτ. ς'), και ουδεμία αμφιβολία ότι κατά τούτο ο Πλάτων διέμεινε πιστός εις τας αρχάς του διδασκάλου, όστις πανταχού φαίνεται αποδίδων μεγίστην σπουδαιότητα εις τα ηθικά αισθήματα και ταυτίζων την επιστήμην με την αρετήν. Μεταξύ δε των προς ανασκευήν μέσων κυριώτατον είναι η εξαγωγή (deduction ), δι' ής αναπτύσσονται πάσαι αι συνέπειαι θέσεώς τινος, ην προσωρινώς παραδέχεται πάντοτε ο Σωκράτης ως υπόθεσιν, και από συμπεράσματος εις συμπέρασμα φέρει αυτήν εις το άτοπον, και συγκρούων αυτήν κατά της αληθείας την καταστρέφει. Παρά Ξενοφώντι (Απομ. Α' β'. ), ουχ ήττον ή παρά Πλάτωνι (Αλκιβ. α'. ), βλέπομεν τον Σωκράτην αναγκάζοντα τους αντιπάλους τα αυτά να λέγωσιν υπέρ και κατά των αυτών και κατά τα αυτά. Και τοιαύτα μεν ήσαν τα πρώτα στοιχεία της σωκρατικής μεθόδου.
Ε’.
Ευρετική μέθοδος ή μαιευτική.
Έτερον δε και ουσιωδέστατον στοιχείον της μεθόδου ταύτης ήτο η μαιευτική . Η φύσις της επιστήμης και το προς απόκτησιν αυτής μέσον είναι εκ των μάλλον μελετηθέντων υπό τε του Σωκράτους και όλης της σχολής αυτού ζητημάτων. Τωόντι ο Σουΐδας (εν λέξ. Κρίτων ) και Διογένης ο Λαέρτιος (Β', 121, 125, 124). αναφέρουν τα βιβλία του Κρίτωνος, τα επιγραφόμενα· Περί του μαθείν, περί του γνώναι και περί επιστήμης · αναφέρονται προσέτι τα του υποδηματοποιού Σίμωνος περί επιστήμης, περί κρίσεως, περί του διαλέγεσθαι · εις τον Θηβαίον Σιμμίαν αποδίδονται οι περί λογισμού και περί αληθείας διάλογοι, και άλλαι εις άλλους σωκρατικούς αποδίδονται τοιούτου είδους συγγραφαί. Εκ δε των πλατωνικών διαλόγων ο μεν Θεαίτητος έχει υπόθεσιν την φύσιν της επιστήμης, ο δε Σοφιστής , συνέχεια του πρώτου, την φύσιν της πλάνης, και ωσαύτως ο Παρμενίδης πραγματεύεται περί της φύσεως της αληθείας και του όντος, και ο Φαίδων εκτενώς διαλαμβάνει περί αναμνήσεως. Ταύτα αποδεικνύουσιν ότι πρωτότυπόν τινα διδασκαλίαν είχεν εισαγάγει ο Σωκράτης περί της φύσεως της επιστήμης και περί ευρετικής μεθόδου. Ποίαι δε αι παρά τοις συγχρόνοις αυτού επικρατούσαι περί επιστήμης και διανοίας δοξασίαι; Ο μεν Αναξαγόρας, ου τα συγγράματα είχεν αναγνώσει ο Σωκράτης, εθεώρει τον λόγον καθολικόν τι και άπειρον και πανταχού το αυτό· Νους δε πας όμοιος εστι, και ο μείζων και ο ελάττων (Συμπλικ. εις φυσικ. Αριστοτέλους 33, β') · ο δε Αρχέλαος, ον επίσης εγνώρισεν εκ του πλησίον, εφρόνει ότι κατ' αρχάς πάντα υπάρχουσι μεμιγμένα εν τη διανοία· τω νω ενυπάρχειν τι ευθέως μίγμα (Οριγ. φιλοσοφ. 9) , εξ ου διακρίνεται ακολούθως η επιστήμη διά τινος διαιρέσεως και αποχωρίσεως, νόμω . Και των πυθαγορείων τα δόγματα της προϋπάρξεως και της μετεμψυχώσεως έτεινον εις την αναγνώρισιν εμφύτου τινός επιστήμης, και τας αισθήσεις διέστελλον του λόγου, και την δόξαν της επιστήμης. Η αυτή διάκρισις υπάρχει και παρά Παρμενίδη, ου το ποίημα διαιρείται εις δύο μέρη, ων το μεν έχει αντικείμενον τον νουν , το δε τα προς δόξαν · ουδέ άλλως εφρόνει ο Εμπεδοκλής θέτων ως μέσον προς γνώσιν της αληθείας ου τας αισθήσεις αλλά τον ορθόν λόγον · ώστε καθολική φαίνεται κατά την εποχήν εκείνην η τάσις του ανθρωπίνου πνεύματος εις το θεωρείν την επιστήμην ουχί ως αυθαίρετον δημιούργημα του ανθρώπου, αλλ' ως ανάπτυξιν συνεπτυγμένου και εν τη ψυχή υπ' αυτού του Θεού κατατεθέντος σπέρματος, εξ ου τη βοηθεία ιδιαιτέρας τέχνης φύεται και γεννάται η αλήθεια ως φυτόν ουράνιον και απάγαυσμα αυτής της θεότητος. Πανταχού δε ο Σωκράτης παρίσταται ουχί ως διδάσκαλος κατέχων την επιστήμην και δυνάμενος να την μεταδώση, αλλ' ως μαιευτής συντελών εις την γέννησιν αυτής εξ αυτών των λογικών σπλάγχνων των μαθητών του (Θεαίτητ. 36 κλπ), ενί σπλαγχνοίσι λόγοισι , ως έλεγεν ο Εμπεδοκλής (στίχ. 356). Και προς τούτο ο κατ' αυτόν πρώτος όρος ήτο η γνώσις ημών αυτών, δι' ης από των εκτός μετέφερε την επιστήμην εις τα εντός, από του κόσμου εις την ψυχήν. Αλλ' ο Σωκράτης δεν φαίνεται συλλαβών την ανάπτυξιν ταύτην ως ανάμνησιν προγενεστέρας ζωής. Το μίγμα τούτο πυθαγορείων δογμάτων και μεταφυσικών συλλήψεων ανήκει εις τον Πλάτωνα, και ουχί εις τον Σωκράτην, όστις μόνο το ψυχολογικόν και λογικόν μέρος της θεωρίας διετύπωσε, και τούτο διακρίνεται ευκόλως έν τινι των μάλλον σωκρατικών διαλόγων του Πλάτωνος, εν τω Μένωνι , ένθα όμως παρίσταται ως θεμελιώδης αρχή της σωκρατικής διδασκαλίας η μεταξύ δόξης και επιστήμης διάκρισις και η ανάγκη εμφύτου τινός, ει και συγκεχυμένης και γενικής, επιστήμης προς γέννησιν της αληθείας. Την προϋπάρχουσαν ταύτην γνώσιν υποθέτει εξ ανάγκης η μαιευτική τέχνη, και εις αυτήν ίσως ανάγεται και η υπό Αριστοτέλους διάκρισις της δυνάμει και της ενεργεία επιστήμης. Η αυτή δε διδασκαλία του Μένωνος επαναλαμβάνεται και εν τω Φαίδωνι (73 α)· εν ώ δε δεν ανεγνώριζε την έμφυτον ταύτην γνώσιν ως ανάμνησιν, ουχ ήττον εθεώρει αυτήν ως το λογικόν και θείον στοιχείον της ψυχής, ως προκύπτει εκ του Αλκιβιάδου (63) και εκ του ε'. της Πολιτείας . Εκ δε της γενικής αρχής της μαιευτικής δυνάμεθα να συμπεράνωμεν ποίος ήτο ο προτιμώμενος τύπος και τα συνήθη αντικείμενα των λογικών ζητήσεων του ημετέρου φιλοσόφου. Η μαιευτική μέθοδος επιφέρει την ανάγκην του διαλόγου και των ερωτήσεων, δι' ων ο διδάσκαλος βοηθεί τον διδασκόμενον εις την γέννησιν των ιδεών, και η λογική γίνεται ούτω διαλεκτική (Κρίτ. 390 Πολιτ. ς'.) . Και επειδή διελέγετο πανταχού, πάντοτε και προς πάντας, εκ πάσης ψυχής και εκ παντός πράγματος και εξ αυτών των ταπεινοτέρων ενόμιζεν ότι ηδύνατο να εκλάμψη ως εξ υποκεκρυμμένου σπινθήρος το φως της αληθείας.
ΣΤ’.
Ιδιαίτερα μέσα της μαιευτικής. – Διαίρεσις και εξαγωγή
(déduction). – Επαγωγή.
Η διαίρεσις περιλαμβάνει πάντα τα αναλυτικά μέσα δι' ων ανακαλύπτομεν την ενότητα εν τη πολλότητι, διότι, δυνάμεθα από της ενότητος του γένους, να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των ειδών, όπερ είνε η κυρίως λεγομένη διαίρεσις, ή από της ενότητος αρχής τινος να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των συνεπειών αυτής, όπερ είναι η εξαλεγομένη διαίρεσις, ή από της ενότητος αρχής τινος να κατέλθωμεν εις την πολλότητα των συνεπειών αυτής, όπερ είναι η εξαγωγή, και ο Σωκράτης εγνώρισε και μετεχειρίσθη μεθοδικώς αμφότερα τα μέσα ταύτα. Ο Ξενοφών πολλαχού των Απομνημονευμάτων παρέχει παραδείγματα της πρώτης εργασίας, ην ονομάζει το διαλέγειν κατά γένη , ένθα ο Σωκράτης διαιρεί τα γένη εις τα είδη αυτών μετά θαυμαστής ακριβείας, και ούτω φθάνει εις το ίδιον εκάστου πράγματος, ήτοι εις την ιδίαν και ειδικήν διαφοράν, εις την ουσιώδη ιδιότητα, εξ ης και μόνης δύναται να προκύψη ο ακριβής ορισμός· απαράλλακτος δε είνε και ο παρά Πλάτωνι Σωκράτης (Φαιδρ. 91). Ωσαύτως την έκ τινος αρχής ακριβή εξαγωγήν των συνεπειών αυτής πανταχού φαίνεται μεταχειριζόμενος ο Σωκράτης, και ενίοτε εν είδει τελείου σωρείτου. Αλλ' η διαίρεσις και η εξαγωγή βεβαιούσι μόνον την λογικήν δυνατότητα των όντων και εννοιών, ουχί δε και την αντικειμενικήν αυτών πραγματικότητα. Προς τούτο απαιτείται άλλη ανωτέρα εργασία, και εις ταύτην επλησίασεν ο Σωκράτης· διά της επαγωγής, ην αποδίδουσιν αυτώ εκ συμφώνου ο Ξενοφών, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Και τωόντι ότε ο Σωκράτης ανεσκεύαζε τας γνώμας των αντιπάλων του, μετεχειρίζετο την διά της εξαγωγής των συνεπειών ανάλυσιν, αποδεικνύων ούτω το άτοπον της αρχής εξ ης απέρρεον, αλλ' ότε αυτός εξέφραζε γνώμην τινά, και άλλος την αντέτεινεν, υπεχρεούτο, προς δικαιολόγησιν της κρίσεώς του, να την επαναγάγη είς τινα γενικήν και ομολογουμένην αλήθειαν, επί την υπόθεσιν επανήγε , και πραγματικώς η γενική αύτη αλήθεια προ της επαληθεύσεως ήτο υπόθεσις , και η επαλήθευσις αύτη εγίνετο διά της παραθέσεως πολλών μερικών παραδειγμάτων, εν οίς εζήτει τον εν πάσι κοινόν χαρακτήρα ανερχόμενος ούτω από των επί μέρους εις το καθόλου, και η εργασία αύτη ουδέν έτερον είναι ή αυτή η επαγωγή . Το δε εξαγόμενον της επαγωγής θέλει είναι γενική τις αρχή και το έτερον και κυριώτερον στοιχείον του ορισμού. Ούτω δε των λόγων επαναγομένων καθίστα εναργή την αλήθειαν και εις αυτούς τους αντιλέγοντας, εάν ουχί διά της πλήρους και τελείας επαγωγής ης τους νόμους ακριβώς εξέθηκεν ακολούθως ο Αριστοτέλης, αλλά δι' επακτικών λόγων , τουτέστι διά παραδειγμάτων, διά της αναλογίας, ενίοτε δε και διά της πλήρους αριθμήσεως των καθ' έκαστα, αφ' ών γίνεται ασφαλώς η επί τα καθόλου έφοδος κατ' Αριστοτέλην (Αναλ. προτ. Β.' ιε') . Ούτω λοιπόν διά της διαιρέσεως και εξαγωγής, αφ' ενός, και διά της επαγωγής και γενικεύσεως, αφ' ετέρου, συμπληρούται η μαιευτική μέθοδος, καθ' όσον διά μεν του πρώτου μέσου αναπτύσσεται το εν τω πνεύματι συνεπτυγμένον, ό εστι γεννώνται αι μερικαί ιδέαι εκ των γενικών,3 διά δε του δευτέρου ανερχόμεθα εις τα γένη, εξ ών πάλιν γεννώνται αι μερικαί ιδέαι, και άτινα κατ' Αριστοτέλην είναι δύναμίς τις εγκυμονούσα την ενέργειαν και την πραγματικότητα. Πασών δε των αναλύσεων και συνθέσεων τούτων το εξαγόμενον ήτο, ως είπομεν, ο ορισμός, δι' ού θέλει φανή επί μάλλον και μάλλον η μεταφυσική τάσις της λογικής του Σωκράτους θεωρίας.
Ζ’.
Ιδιαίτερα μέσα της μαιευτικής (Συνέχεια). —
Ο ορισμός.
Ο Αριστοτέλης εν τω α' των Μεταφυσικών λέγει, ότι ο Σωκράτης πρώτος επέστησε την διάνοιαν περί ορισμών , ότι προ αυτού ο Δημόκριτος ωρίσατό πως , και προ τούτου οι Πυθαγόρειοι περί τίνων ολίγων, ων τους λόγους εις τους ορισμούς ανήπτον (ιδ'. δ' αυτόθι) , και παρατηρεί ότι λίαν απλώς επραγματεύθησαν· ηρίζοντό τε γαρ επιπολαίως, και ω πρώτω υπάρξειεν ο λεχθείς όρος, τούτ' είναι την ουσίαν του πράγματος ενόμιζον . Αλλ' ο Σωκράτης ε υ λ ό γ ω ς εζήτει το τι εστι· σ υ λ λ ο γ ί ζ ε σ θ α ι γαρ εζήτει, αρχή δε των συλλογισμών το τι εστι . Το ζήτημα όμως είναι εάν οι ορισμοί του Σωκράτους ήσαν μόνον λογική τις εργασία άνευ μεταφυσικού τινος σκοπού. Την σήμερον η λογική και η οντολογία είναι συνήθως δύο διακεκριμέναι επιστήμαι, αλλ' η διάκρισις αύτη υπάρχει άρα και εν τω πνεύματι του Σωκράτους; Περί τούτου απαντά αυτός ο Αριστοτέλης διά της συνεχείας του τελευταίου χωρίου όπερ κακώς ηρμήνευσαν και ο Ρώχτερ και ο Έγελος και ο Βράνδις. Διαλεκτική γαρ ισχύς , προσθέτει ο Αριστοτέλης, ούπω τότ' ην, ώστε δύνασθαι και χωρίς του τι εστι ταναντία επισκοπείν, και των εναντίων ει η αυτή επιστήμη . Η επιστήμη αύτη, των εναντίων η αυτή , είναι η καθαρά λογική, επιστήμη όλως εξωτερική και τυπική, ήτις κατ' Αριστοτέλην πρέπει να περιορίζηται εις την μελέτην των γενικών τύπων και των αφηρημένων εναντιοτήτων, αφίνουσα εις μόνην την μεταφυσικήν την μελέτην της ενδομύχου και πραγματικής ουσίας. Αλλά τοιαύτη δεν ήτο η διαλεκτική του Σωκράτους. Βραδύτερον, και ιδίως μετά τον Πλάτωνα, αι γενικαί έννοιαι εθεωρήθησαν ως τύποι κοινοί εις όλην τινά τάξιν αντικειμένων (κοινός λόγος ), και των τύπων τούτων δυνάμεθα να συλλάβωμεν ταναντία ως λ. χ. την ενότητα και την πολλότητα, την ταυτότητα και την διαφοράν, το δίκαιον και το άδικον, η δε ουσία είναι κατ' Αριστοτέλην το καθ' έκαστον (η γαρ ουσία των όντων εν τω καθ' έκαστον) ήτοι η ατομική υπόστασις· τούτων δ' ούκ εστιν ορισμός, αλλά μετά νοήσεως ή αισθήσεως γνωρίζονται. Όμως παρά Σωκράτει και παρά Πλάτωνι, ως παρ' Εγέλω, η λογική και η οντολογία είναι έν, και η σύνθεσις αυτών είναι η διαλεκτική . Ώστε γινώσκομεν ήδη, ότι τα προηγούμενα του σωκρατικού ορισμού ήσαν ανίσχυροί τινες προσπάθειαι των Ιώνων και των πυθαγορείων, ότι ο Σωκράτης πρώτος εγνώρισε την τέχνην του ορίζειν, ότι εις τούτο, έλαβεν αφορμήν εκ των ηθικών ερευνών του, ότι φύσις του ορισμού αυτού ήτο ο καθολικός προσδιορισμός της ουσίας, σκοπός δε, η οντολογική γνώσις, και ότι εις ταύτην προέβαινε διά της συνενώσεως της λογικής και της οντολογίας ήτοι διά της διαλεκτικής. Τα αυτά δε επιβεβαιούσιν ο τε Ξενοφών (Απομν. Δ'. ς'. ) και ο Πλάτων (Φαίδρ. και αλλαχού ).
3
Επιτραπήτω ημίν να παρατηρήσωμεν ότι η εργασία αύτη απαιτεί πρώτον τινά έννοιαν έμφυτον και γενικωτάτην, γένος ανώτατον περιλαμβάνον τα άλλα πάντα, καθώς η επαγωγή προϋποθέτει εν ημίν την έννοιαν της τάξεως.