Читать книгу Φυλλάδες του Γεροδήμου - Eftaliotis Argyris - Страница 6
ΠΡΩΤΗ ΦΥΛΛΑΔΑ
ΤΑ ΠΡΩΤΑ MOΥ ΧΡΟΝΙΑ
Δ' ΣΚΟΛΕΙΟ
ОглавлениеΚι από τώρα αρχινάει το Βασανιστήριο που μια και για πάντα στρεβλώνει κάθε ρωμιόπουλο, η κόλαση που στεγνώνει και ζαρώνει το νου του ώσπου γίνεται μούμια, μούμια που βγαίνει κατόπι στον κόσμο φασκιωμένη με τον πάπυρο του Δασκαλισμού, και στολισμένη με τα κουδούνια κορακίστικης γλώσσας, που πρι να πατήση μέσα σε Σκολειό δεν την ήξερε, που τέλεια ποτές δεν τη μαθαίνει, επειδή κανένας δεν ξέρει πούθε αρχινάει και πού τελειώνει αυτή η γλώσσα· αγκαλά κι' αν μπορούσε να τη μάθη, δε θα του χρησίμευε και πολύ, αφού τίποτις δικό του δεν έχει να πη και να γράψη, δε διδάχτηκε να συλλογιέται απατός του, μόνο πηγαίνει κατά τα γραμμένα τα βιβλία.
Κ' έτσι βγαίνει το παλικάρι στον κόσμο, κι από την πολλή την «παιδεία» σκοντάβει στο παραμικρό πετραδάκι που βρεθή απάνω στο δρόμο του. Δε νοιώθει καλά πού πατά, – τη γεωλογία την ξέρει μοναχά από το λεξικό πως υπάρχει. Δεν πολυαξίζει το ψωμί που τρώει, – τη γεωργία την έχει για πρόστυχη τέχνη. Μια σφυρίχτρα δεν είνε άξιος να φυσήξη. Μια κουκουβάγια δεν ξέρει να ζωγραφήση. Μια γροθιά δεν μπορεί να δώση. Ένα πράμα έμαθε μοναχά, πως «Αρχή Σοφίας φόβος Κυρίου». Δηλαδή ξέρει πως εδώ υπονοείται το «εστί». Αυτό ξέρει, κι αυτό όχι πάντα.
Ας ταφήσουμε όμως αυτά τα λυπητερά για την ώρα, κι ας γυρίσουμε πάλι στην ιστορία μας.
Είτανε Δεκέβρης μήνας, τα κρούσταλλα κρεμιούνταν από τις στέγες των σπιτιών σα χταπόδια, ο βοριάς ξύριζε και σπανούς, την αναπνοή σου την έβλεπες μια πήχη μακριά μπροστά σου, οι πουλητάδες φωνάζανε στους δρόμους κι' από το συνηθισμένο τους πιο μεγαλόφωνα, ίσως να ζεσταθούν, κ' εγώ έβγαινα μαζί με την Αννούλα και με το φύλακα στη μασκάλη να πάγω Σκολειό. Συμμαζεμό δεν είχα από την πολλή τη χαρά.
Γυρίσαμε μερικούς δρόμους, περάσαμε κοντά από τα Τούρκικα, είδαμε το σοκάκι που κλέψανε τη Λενιώ, ανεβήκαμε τον ανήφορο, μπήκαμε σε μια κόκκινη πόρτα, και βρεθήκαμε στην αυλή του Σκολειού.
ΣΗΜ. Εδώ δηγάται τα πρώτα του μαθήματα και παθήματα ο Γεροδήμος, που τον κακομεταχειρίστηκε ο δάσκαλος, κ' έφυγε. Τα ίδια περίπου και στο πέμτο το κεφάλαιο. Δεν είναι μεγάλη ανάγκη να ξαναγραφούν αυτές οι σελίδες, και τις αφίνουμε.