Читать книгу Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος - Angelos Vlachos - Страница 20

ΛΑΥΡΙΑΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ2
XI

Оглавление

Πολλάς, υποθέτω, ημέρας έμεινα εκεί φυλακισμένη.

Ότε ηνοίχθη ο σύρτης, και η χειρ του κυρίου ημών μας εξέβαλε πάλιν εις φως, ταραχώδης και δυσάρεστος σκηνή συνέβαινεν εντός του δωματίου.

Είδον ξένας και παραδόξους μορφάς αναιδή περιφερούσας πέριξ τα βλέμματα, ήκουσα συγκεχυμένας τινας φράσεις, εν αις αι λέξεις: διαμαρτύρησις, κατάσχεσις, φυλακή! πολλάκις επανελαμβάνοντο, και ησθάνθην εμαυτήν τέλος μεταβαίνουσαν εις άλλας χείρας.

– Ιδού! είπεν ο Θοδωράκης πρός τινα των παρισταμένων ξένων. Είνε εκατόν κομμάτια· με τα εικοσιτέσσαρα κάμνουν επτά χιλιάδες τετρακόσια φράγκα περισσότερον αφ' ό,τι οφείλω.

– Και τα έξοδα; τα έξοδα! προσέθηκε ρικνή τις και κιτρίνη μορφή, κτήμα δικαστικού κλητήρος, ως εσυμπέρανα.

– Κρατήσατε και τα έξοδα, όσα είνε, είπεν ο Θοδωράκης, και επιστρέψατέ μου το υπόλοιπον.

– Βλέπεις πώς έγεινες πλούσιος; υπέλαβε διά σβεννυμένης φωνής η επί του ανακλίντρου ασθενής κατακειμένη σύζυγος του πτωχεύσαντος κερδοσκόπου.

– Να πάρη ο διάβολος την αντιπολίτευσιν, η οποία έκαμε την σύμβασιν όπως την έκαμε! απήντησεν εκείνος, βλοσυρώς βλέπων χαμαί.

– Όσον δι' αυτό, κυρία, είνε σωστόν! υπέλαβεν ο νέος μου κάτοχος, τυλίσσων ημάς πάσας εις ικανώς ογκώδες σπείραμα, και περιδένων αυτό διά ρυπαρού λωρίου. – Αλλέως τα επεριμέναμεν και αλλέως μας εβγήκαν. Προσκυνώ!

Και εξήλθε του θαλάμου μεθ' ημών.

Ανάλεκτα Τόμος Πρώτος

Подняться наверх