Читать книгу Μάκβεθ - Уильям Шекспир, William Szekspir, the Simon Studio - Страница 7

ΠΡΑΞΙΣ ΠΡΩΤΗ
ΣΚΗΝΗ ΣΤ'

Оглавление

Έμπροσθεν του μεγάρου του ΜΑΚΒΕΘ.

Αυλοί και δαυλοί. – Εισέρχονται ο ΔΩΓΚΑΝ, ο ΜΑΛΚΟΛΜ, ο ΔΟΝΑΛΒΑΙΝ, ο

ΒΑΓΚΟΣ, ο ΛΕΝΟΞ, ο ΜΑΚΔΩΦ, ο ΡΩΣ, ο ΑΓΚΟΣ, μετά συνοδίας.

ΔΩΓΚΑΝ

    Ωραίον μέρος είν' αυτό! Ο ελαφρός αέρας

    πνέει εδώ γλυκά γλυκά κ' ευφραίνει τας αισθήσεις.


ΒΑΓΚΟΣ

    Και το πετροχελίδονον – ο πτερωτός μας ξένος

    που έρχεται την άνοιξιν και 'ς τους ναούς φωληάζει. —

    αυτό ακόμη μαρτυρεί με τα κτισίματά του

    ότ' η πνοή των ουρανών γλυκά εδώ μυρίζει.

    Δεν έχει σκέπης εξοχήν, δεν έχει κορωνίδα,

    δεν έχει τοίχου στύλωμα, γωνιάν δεν έχει, όπου

    να μη κρεμνιέτ' η κούνια του και κλίνη των παιδιών του.

    Εκεί που συχνοέρχεται να κάμη την φωληά του,

    είναι συνήθως καθαρός κ' ευώδης ο αέρας10.


(Εισέρχεται η ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ)

ΔΩΓΚΑΝ

    Ιδού και η αρχόντισσα! Κυρία, καλώς σ' ηύρα.

    Μας είναι βάρος κάποτε η φορτική φιλία

    αν κ' είμεθα ευγνώμονες 'ς το δείγμα της φιλίας,

    ώστε αν τώρα σ' ενοχλώ, εύχεσαι μολοντούτο

    να μου πληρώση ο Θεός τον κόπον οπού παίρνεις,

    και μου υποχρεόνεσαι διότι σου τον δίδω.


ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ

    Όσα κι' αν κάμω, και διπλά και τρίδιπλα να είναι,

    είναι μικρά και πενιχρά και δεν αντιζυγίζουν

    όσ' αγαθά κι' όσην τιμήν μας επιδαψιλεύεις.

    Δι' όλα σου τα παλαιά ευεργετήματά σου,

    κι' όσα κοντά 'ς τα παλαιά εσώρευσες και πάλιν,

    ευχέται σου θα είμεθα παντοτεινοί, αυθέντα.


ΔΩΓΚΑΝ

    Πού είν' ο Θάνης; Έτρεχα τα ίχνη του να φθάσω,

    με τον σκοπόν εγώ εδώ να τον προϋπαντήσω·

    αλλά μ' επρόλαβεν αυτός. Ως άλλο φτερνιστήρι

    τον έσπρωχν' η αγάπη του, και έφθασεν ο πρώτος.

    Φιλοξενίαν σου ζητώ την νύκτ' αυτήν, Κυρία.


ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ

    Αυθέντα μου, οι δούλοι σου, ό,τι καλόν κι' αν έχουν,

    ανθρώπους, χρήματα, παιδιά, και την ζωήν ακόμη,

    τα έχουν εις την θέλησιν και την διάθεσίν σου

    και δεν σου δίδουν μ' όλ' αυτά παρ' ό,τι σου ανήκει.


ΔΩΓΚΑΝ

    Πηγαίνομεν να εύρωμεν λοιπόν τον σύζυγόν σου.

    Τον αγαπώ παραπολύ κι' ούτε ποτέ θα παύση

    η εύνοιά μου προς αυτόν! Οδήγησέ μ' αν θέλης.


(Εξέρχονται).

10

Η γλυκεία αύτη απεικόνισις της απόψεως της κατοικίας του Μάκβεθ θαυμάζεται ευλόγως, ως έντεχνος αντίθεσις των προηγηθεισών αγρίων σκηνών και της επερχομένης δολοφονίας, διαπραχθησομένης εντός αυτού τούτου του ηρέμου και γοητευτικού μεγάρου επί των τοίχων του οποίου κτίζει η χελιδών την φωλεάν της.

Μάκβεθ

Подняться наверх