Читать книгу Κριτήριο Λάιμπνιτς - Maurizio Dagradi - Страница 16
Κεφάλαιο IX
ОглавлениеΆλλοι κάθονταν σε καρέκλες, άλλοι σε σκαμνιά, οι συμμετέχοντες στη συνάντηση ήταν σε ημικύκλιο γύρο από τον πάγκο, πάνω στον οποίο o μηχανικός εξοπλισμός που είχε κατασκευάσει ο Ντρου, φαινόταν σαν το ανώνυμο πρωτότυπο κάποιου πειράματος ηλεκτροδυναμικής. Ο καθηγητής ήταν δίπλα στις μικρομετρικές ρυθμίσεις, ενώ ο Μαρρόν καθόταν στον υπολογιστή.
Ο Ντρου πήρε τον λόγο.
<Ο εξοπλισμός που βρίσκεται μπροστά σας είναι, προφανώς, σε θέση να ανταλλάξει τις θέσεις μεταξύ δύο τμήματα χώρου που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Πρακτικά, αυτό που είναι στο σημείο Α θα αλλάξει στη στιγμή θέση με αυτό που βρίσκεται στο σημείο Β>.
Σε αυτή την ανακοίνωση, ο Σουλτς άνοιξε διάπλατα τα μάτια του, ίσως υποδηλώνοντας τη συνειδητοποίηση αυτού που τον έκαναν να προβλέπει οι μελέτες του πάνω στη σχετικότητα.
Ο Καμαράντα παρέμεινε προσηλωμένος, όπως στον διαλογισμό, ενώ ο Κομπαγιάσι άρχισε να παρατηρεί με ένα μικρό ειρωνικό χαμόγελο τη γεννήτρια υψηλής τάσης και τις συνδέσεις μεταξύ των διαφόρων μερών της συσκευής. Η Μαόκο, στο πλάι του, κοιτούσε σκεπτική το Μηχάνημα.
Η Νόβακ παρατηρούσε ψυχρή το σκηνικό, χωρίς να δείχνει κάποια αντίδραση, ενώ η Μπράις χαμογελούσε περιμένοντας, εναγωνίως.
Ο ΜακΚίντοκ καθόταν με τα χέρια σταυρωμένα και περίμενε.
<Τώρα θα κάνουμε μία επίδειξη του φαινομένου. Το σημείο Α είναι πάνω σε αυτή την πλάκα>, συνέχισε ο Ντρου δείχνοντας τα αντίστοιχα τμήματα. <Το σημείο Β είναι τοποθετημένο πάνω στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις, μέσα στο γραφείο της, σε απόσταση 300 μέτρων από εδώ. Έχουμε τοποθετήσει μία κάμερα που βιντεοσκοπεί την πολυθρόνα. Η οθόνη δίπλα στην πλάκα είναι συνδεδεμένη με την κάμερα>.
Ο Ντρου έβγαλε μέσα από ένα κουτί ένα κομμάτι λευκού πλαστικού και το ακούμπησε πάνω στην πλάκα.
<Παρατηρήστε το πλαστικό και την οθόνη δίπλα>.
Όλοι έστρεψαν τα μάτια τους εκεί που τους υπέδειξε.
Με χαμηλή φωνή, ο Ντρου έδωσε εντολή στον Μαρρόν:
<Πάμε!>
Ο Μαρρόν πάτησε ένα κουμπί κι αμέσως το πλαστικό εξαφανίστηκε από την πλακέτα και εμφανίστηκε στον χώρο της κάμερας, να αιωρείται, κατεβαίνοντας αμέσως στην πολυθρόνα της καθηγήτριας Μπράις.
Οι παρευρισκόμενοι έμειναν με κομμένη την ανάσα, σαστισμένοι. Κάποιοι σηκώθηκαν και πλησίασαν, για να εξετάσουν την πλάκα, πάνω από την οποία εξαφανίστηκε το πλαστικό.
Η Νόβακ είχε χλομιάσει, ακόμη περισσότερο από το σύνηθες χλωμό χρώμα των Νορβηγών.
Ο Κομπαγιάσι δεν χαμογελούσε πια. Ζαρώνοντας το μέτωπο παρατηρούσε τη συσκευή, ενώ η Μαόκο είχε τα μάτια ορθάνοιχτα από την έκπληξη.
Ο Σουλτς ακτινοβολούσε. Όρθιος, μπροστά στον πάγκο, κοιτούσε την οθόνη σαν να έδειχνε την γέννηση του πρώτου του παιδιού.
Ο ΜακΚίντοκ ήταν ικανοποιημένος και ήδη αισθανόταν τη χαρά των οικονομικών απολαβών που αυτό θα έφερνε στο Πανεπιστήμιο, ενώ ο Καμαράντα φαινόταν ήδη να διαλογίζεται πάνω στο μαθηματικό μοντέλο αυτού που μόλις είχε δει.
<Καθηγήτρια Μπράις!>, αναφώνησε ο Μαρρόν.
Όλοι στράφηκαν προς την καρέκλα που καθόταν η γυναίκα.
Η καθηγήτρια είχε λιποθυμήσει και είχε πέσει αναίσθητη πίσω, στην πλάτη της καρέκλας, με το κεφάλι γυρισμένο πίσω και τα μάτια τις ακίνητα και στραμμένα προς το πλάι.
Ο Πρύτανης την έγειρε μπροστά και την ταρακούνησε με δύναμη από τους ώμους.
<Μέγκαν! Μέγκαν!>, ούρλιαξε.
Η Μπράις δεν αντέδρασε και τότε ο ΜακΚίντοκ της έδωσε δύο δυνατά χαστούκια και της ξαναφώναξε:
<Μέγκαν!Μέγκαν!>
Η γυναίκα άνοιξε τα μάτια της και συνήλθε, κοιτώντας με αβεβαιότητα. Ήταν άσπρη σαν πανί.
<Τι…έγινε;> ρώτησε.
<Λιποθυμήσατε, Καθηγήτρια Μπράις>, απάντησε ο Πρύτανης. <Πώς αισθάνεστε τώρα;>
<Καλύτερα, ευχαριστώ. Ζαλίζομαι λίγο, μα θα περάσει. Με πονάνε τα μάγουλά μου, όμως. Δεν καταλαβαίνω>, έκανε η Μπράις μαλάσσοντας τα μάγουλά της.
Ο ΜακΚίντοκ μόλις που κατάφερε να χαμογελάσει, ενώ γύρω του οι υπόλοιποι αντάλλασσαν βλέμματα διασκεδάζοντας με το σκηνικό.
<Ο Μαρρόν, φτιάξε γρήγορα ένα τσάι για την καθηγήτρια. Θα πρότεινα να έχει πολλή ζάχαρη>, είπε ο Ντρου.
Ο φοιτητής πήγε στο κουζινάκι του εργαστηρίου κι άρχισε να ετοιμάζει την τσαγιέρα.
<Φάγατε πρωινό σήμερα, καθηγήτρια Μπράις; Μπορεί να σας έπεσε το σάκχαρο;>, ρώτησε ο Ντρου.
<Ναι, έφαγα πρωινό>, του απάντησε η γυναίκα. <Δεν ήταν η πτώση του σακχάρου που με έκανε να λιποθυμήσω, αλλά η μεγάλη συγκίνηση που ένιωσα βλέποντας το πείραμα!>
Οι παρευρισκόμενοι την κοιτούσαν μπερδεμένοι.
<Μα δεν καταλαβαίνετε;> αναφώνησε η Μπράις. <Με ένα εργαλείο σαν αυτό θα μπορούσαμε να πάρουμε δείγματα από απρόσιτα μέρη, όπως τα βάθη των ωκεανών, τον πυρήνα της Γης, το εσωτερικό των ζωντανών οργανισμών! Και αυτό, χωρίς καμία δυσκολία. Σκεφτείτε τη θεραπεία των ασθενειών. Δεν θα χρειάζεται να κόβουν πια με το νυστέρι την κοιλιά ενός ασθενούς, για να βγάλουν κατά προσέγγιση και μερικώς έναν όγκο. Θα αρκεί να ρυθμιστεί η κατάλληλα ο εξοπλισμός στο μέγεθος του υλικού και να ακολουθήσει η Ανταλλαγή. Ο όγκος, απλώς, θα εξαφανιστεί από το σώμα του ασθενούς, χωρίς να δει νυστέρι. Είμαστε μπροστά σε μία νέα εποχή στο χώρο της Βιολογίας και της Ιατρικής!>.
<Ορίστε το τσάι, καθηγήτρια Μπράις>. Ο Μαρρόν της σέρβιρε το τσάι κι εκείνη το πήρε με ευγνωμοσύνη.
<Φάτε μερικά από αυτά, καθηγήτρια>, παρενέβη η Μαόκο, προσφέροντάς της μερικά μπισκότα που είχε στην τσάντα. <Είναι πολύ θρεπτικά>.
<Ευχαριστώ, δεσποινίς Γιαμαζάκι>, είπε η Μπράις αποδεχόμενη την προσφορά. Ήπιε μία γουλιά τσάι και μετά άρχισε να ροκανίζει τα μπισκότα. <Πράγματι, ωραία. Τι περιέχουν;>
<Μόνο φυσικά υλικά, χωρίς χρωστικές ουσίες και συντηρητικά>, δήλωσε αθώα η Μαόκο. Παρέλειψε να διευκρινίσει ότι σαν βάση είχαν τα φασόλια Ατζούκι, επειδή γνώριζε τη δυσκολία των Δυτικών στην εκτίμηση ενός γλυκού που δεν είχε σαν βάση αλεύρι σιτηρών.
Η καθηγήτρια Μπράις έφαγε με όρεξη και συνήλθε εντελώς.
Στο μεταξύ, οι υπόλοιποι χαλάρωσαν και γύρισαν στις θέσεις τους.
<Δεν είχα σκεφτεί όλες αυτά τα επακόλουθα>, παρενέβη σκεπτικός ο ΜακΚίντοκ, που μέχρι πριν λίγο σκεφτόταν μόνο τη μεταφορά αντικειμένων. <Όντως, οι δυνατότητες εφαρμογής είναι πάρα πολλές. Θα μπορούσαμε να φέρουμε επανάσταση στην Επιστήμη και στην τεχνική μεθοδολογία, με αυτό το σύστημα>.
<Γι’ αυτό είμαστε εδώ>, είπε ο Ντρου απευθυνόμενος σε όλους. <Πρέπει να μελετήσουμε αυτό το φαινόμενο και να το φέρουμε σε σημείο να το ελέγχουμε. Στα πειράματα που κάναμε εγώ κι ο Μαρρόν, ως τώρα, καταφέραμε να αλλάξουμε τη μορφή και τις διαστάσεις του μεταφερόμενου υλικού, αλλά ο προορισμός, δηλαδή το σημείο Β, δεν άλλαξε ποτέ. Ποιος ξέρει γιατί; Τα φυλλάδια που σας μοιράσαμε σήμερα το πρωί, περιλαμβάνουν το σχέδιο της συσκευής και τη λεπτομερή έκθεση κάθε μεταφοράς που έχει γίνει, με τις παραμέτρους που τέθηκαν, τις μικρομετρικές ρυθμίσεις, την ενέργεια που χρησιμοποιήθηκε και το αποτέλεσμα που επετεύχθη. Τώρα είναι απαραίτητο να εμβανθύνουμε στη θεωρητική βάση του φαινομένου>.
<Τι θα ήταν αυτό το Μηχάνημα;> ρώτησε ο Κομπαγιάσι. <Για ποιο λόγο κατασκευάστηκε, αρχικά;>
<Ήθελα να δοκιμάσω ιονισμό αερίων με χαμηλή ενέργεια>, είπε ψέματα ο Ντρου, για να μην αποκαλύψει την παιδαριώδη προσπάθειά του να απαλλαγεί από την αγγαρεία της αδελφής του, για το κούρεμα του γκαζόν.
<Καταλαβαίνω>, είπε ο Κομπαγιάσι αρχίζοντας να ξεφυλλίζει το φυλλάδιο. <Αυτή η γεννήτρια>, έδειξε ένα τμήμα της συσκευής, <δοκιμάσατε να την αντικαταστήσετε και να διαπιστώσετε αν το φαινόμενο θα προέκυπτε και τότε;>
<Φυσικά όχι, Νόμπου. Δεν αλλάξαμε τίποτα, για να μη διατρέξουμε τον κίνδυνο να χάσουμε τη δυνατότητα επιτυχούς διεξαγωγής του πειράματος>.
<Πολύ καλά, Ντρου-Σαν. Σίγουρα, το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει είναι να κατασκευάσουμε ένα άλλο πανομοιότυπο σύστημα με αυτό, για να δούμε αν λειτουργεί>.
Ο Ντρου δεν το είχε σκεφτεί.
Ήταν προφανές ότι αυτή θα ήταν η πρώτη κίνηση.
<Μαρρόν, βγάλε ένα αντίγραφο με τη λίστα των υλικών και να εφοδιαστούμε, αμέσως, όλα τα υλικά που πρέπει να αγοραστούν από το εμπόριο. Μερικά τμήματα φτιάχνονται στο χέρι. Θα ασχοληθώ εγώ με αυτά>. Κοίταξε την ερευνητική ομάδα. <Συνάδελφοι, ποια είναι η άποψή σας γι’ αυτό;>
Ο Σουλτς μιλούσε με τον Καμαράντα. Διέκοψε και απευθύνθηκε στον Ντρου.
<Λέστερ, μας φαίνεται αρκετά παράξενο που κατάφερες να παράξεις ένα τόσο καταπληκτικό αποτέλεσμα με μία τόσο απλή μέθοδο. Σκέψου το λίγο. Πλέον, πάνε δύο αιώνες που ο άνθρωπος πειραματίζεται με τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, χρησιμοποιώντας πιο πολύπλοκα μηχανήματα και πιο ευφάνταστες προσεγγίσεις. Όλο αυτό το διάστημα είναι εκπληκτικό πώς δεν έχει πετύχει κανείς αυτό το φαινόμενο>.
<Κι εγώ εξεπλάγην, φίλοι μου. Έτσι, πρέπει να καταλάβουμε γιατί προέκυψε και, ίσως, να καταλάβουμε και γιατί δεν είχε ήδη παρατηρηθεί από άλλους>.
<Πρέπει να επέρχεται πολύ μεγάλη στρέβλωση στον ιστό του χωροχρόνου…> κι επέστρεψε στη συζήτησή του με τον Καμαράντα. Οι δυο τους πήγαν σε έναν πίνακα κι άρχισαν να γράφουν εξισώσεις, να σχεδιάζουν γραφήματα με επικλινείς άξονες, να σβήνουν, να διορθώνουν και να ξαναγράφουν. Το υπόλοιπο εργαστήριο δεν υπήρχε, πλέον, για εκείνους.
<Ωραία, κυρίες και κύριοι>, είπε ο ΜακΚίντοκ. <Σας θυμίζω ότι αυτό το έργο καλύπτεται από τη μέγιστη μυστικότητα. Δεν πρέπει να πείτε κουβέντα σε κάποιον άλλον, για κανέναν λόγο. Επιστρέφω στο γραφείο μου και περιμένω νεότερα. Σας ευχαριστώ, για την πολύτιμη συνεργασία σας>. Κι έφυγε.
<Καθηγητά Ντρου, έχετε δοκιμάσει να μετακινήσετε ένα δείγμα από το σημείο Β, αφήνοντας κενό το σημείο Α, ενεργοποιώντας τον εξοπλισμό;> παρενέβη, για πρώτη φορά από την αρχή της συνάντησης, η Τζάσμιν Νόβακ.
<Όχι ακόμη. Θα το κάνουμε αμέσως. Καθηγήτρια Μπράις, θέλετε να με συνοδεύσετε;>
<Φυσικά!>, απάντησε εκείνη χαρούμενα. Το τσάι και τα μπισκότα την έκαναν να σταθεί στα πόδια της.
Κατευθύνθηκαν προς το γραφείο της Μπράις, ενώ η Νόβακ παρέμεινε στο εργαστήριο, για να μελετήσει το φυλλάδιο.
Όταν έφτασαν στον προορισμό τους, η καθηγήτρια πήρε από την πολυθρόνα το λευκό πλαστικό, που μεταφέρθηκε νωρίτερα, το παρατήρησε με προσοχή, γυρνώντας το από όλες τις πλευρές. Φαινόταν να είναι ακέραιο. Στο μεταξύ, ο Ντρου, συνειδητοποίησε ότι ακόμη δεν είχε μετρήσει με ακρίβεια τη θέση του σημείου Β, αλλά είχε κάνει μόνο μία προσεγγιστική εκτίμηση: λίγο πιο πάνω από την πολυθρόνα. Ωστόσο, δεν μπορούσε να ορίσει ένα δείγμα, όπως έπρεπε να κάνει για το σημείο Α. Είχε μάκρος 50 εκατοστά, πλάτος 30 και το ίδιο βάθος. Ταίριαζε στους σκοπούς του. Το ακούμπησε κάθετα στην πολυθρόνα, με τρόπο ώστε το σημείο Β να είναι, σίγουρα, στο εσωτερικό της.
<Εγώ θα παραμείνω εδώ για να αναπροσανατολίσω το δείγμα κατάλληλα, αν χρειαστεί>, είπε η Μπράις.
<Σύμφωνοι. Θα επικοινωνήσουμε τηλεφωνικώς. Μείνετε μακριά από την πολυθρόνα>.
Η καθηγήτρια χαμογέλασε, συγκατανεύοντας, κι ο Ντρου επέστρεψε στο εργαστήριο.
<Τώρα, θα προσπαθήσω να μεταφέρω τον αφρώδη πολυεστέρα από το Β στο Α>, ανακοίνωσε.
Η Μαόκο έκλεισε το φυλλάδιο και πλησίασε στον υπολογιστή.
<Καθηγητά, μπορώ;> τον ρώτησε.
Ο Ντρου είδε ότι ο Κομπαγιάσι είχε πλησιάσει στο Μηχάνημα και κοιτούσε χαμογελώντας τις μικρομετρικές αναλύσεις.
Είχαν, ήδη, διαβάσει όλο το φυλλάδιο και ήξεραν πώς να χειριστούν τη συσκευή! Ο Ντρου είχε μείνει άφωνος.
<Παρακαλώ!>, ενέκρινε με θέρμη ο Ντρου.
Η Μαόκο κάθισε στον υπολογιστή, επιβεβαίωσε τις παραμέτρους στην οθόνη και κοίταξε τον Κομπαγιάσι. Εκείνος έκανε ένα ξερό νεύμα με το κεφάλι. Η κοπέλα πάτησε το κουμπί ενεργοποίησης και, στη στιγμή, το κυβικό κομμάτι, με τις πλευρές 4 εκατοστών, εμφανίστηκε στην πλάκα που λεγόταν «σημείο Α».
Η Νόβακ παρατήρησε όλο αυτό σιωπηλή.
<Καθηγητά Ντρου, ρωτήστε την Μπράις αν πρόσεξε κάποια επίπτωση στο δείγμα, τη στιγμή της μεταφοράς>, ρώτησε.
Κατά τη διάρκεια του πειράματος η Μπράις παρέμεινε μακριά από το χώρο της κάμερας, που βιντεοσκοπούσε το χοντρό κομμάτι πολυεστέρα, που ήταν ακόμη τοποθετημένο στην πολυθρόνα. Προφανώς, η θέση του ήταν ακόμη εκεί που το είχε βάλει ο Ντρου.
Ο Φυσικός πήρε το τηλέφωνο και σχημάτισε τον αριθμό του γραφείου της Μπράις. Εκείνη απάντησε αμέσως.
<Ναι;>
<Μεταφέραμε επιτυχώς, πριν από περίπου 30 δευτερόλεπτα. Προσέξατε κάτι ιδιαίτερο; Ήχους, δονήσεις ή κάτι άλλο;>
<Απολύτως τίποτα. Αν δεν μου το είχατε πει, θα ορκιζόμουν ότι δεν είχε συμβεί τίποτα. Και, αντίθετα>, μπήκε στον χώρο που φαινόταν στην κάμερα, πήρε τον πολυεστέρα και τον έβαλε μπροστά στο φωτιστικό του γραφείου της, για να το δει σε διαφάνεια, <ναι, σε αυτό το ύψος υπάρχει ένα σημείο στο οποίο το φως περνά πιο εύκολα. Θα έλεγα ότι είναι μία περιοχή με πλευρά γύρω στα 5 εκατοστά>.
<Τέλεια. Ευχαριστώ, καθηγήτρια. Περιμένετε ένα λεπτό, σας παρακαλώ>.
Κοίταξε ερωτηματικά τη Νόβακ.
<Ως τώρα, έχουμε ανταλλάξει στερεά αντικείμενα με αέρα>, απάντησε εκείνη. <Ας επιχειρήσουμε στερεό με στερεό>.
Ο Ντρου συγκατένευσε.
<Καθηγήτρια, σας παρακαλώ, τακτοποιήστε τον πολυεστέρα, έτσι ώστε να υπάρχει σίγουρα στερεό υλικό σε αντιστοιχία με το σημείο Β>.
<Σύμφωνοι>.
Στο μεταξύ, χρησιμοποιώντας έναν μαρκαδόρο, η Μπράις σχεδίασε έναν κύκλο στη μία όψη του κύβου, στο ύψος του σημείου στο οποίο είχε ληφθεί το υλικό. Έβαλε και πάλι στη θέση του τον κύβο, αλλά αυτή τη φορά γυρίζοντάς τον κατά 180ο. Το σημείο Β είχε και πάλι ένα ανέπαφο σημείο του δείγματος.
Ο Ντρου πήρε από το κουτί του έναν σιδερένιο κύβο, πάντα με πλευρά 5 εκατοστών και τον τοποθέτησε στην πλακέτα.
<Έτοιμοι>, είπε στους δύο Ιάπωνες.
Η Μαόκο το ενεργοποίησε και, αμέσως μετά, η Μπράις αναφώνησε χαρούμενα στο τηλέφωνο:
<Λειτουργεί! Το κομμάτι βάρυνε, το είδα να βυθίζεται στην πολυθρόνα. Περιμένετε μία στιγμή!>
Σήκωσε το κομμάτι και διαπίστωσε μία καθαρή αύξηση στο βάρος. Η εξέταση υπό το φως επιβεβαίωσε ότι, τώρα, στον πολυεστέρα είχε ενσωματωθεί το κομμάτι του σιδήρου, που προερχόμενο από το σημείο Α, είχε ανταλλάξει θέση με ένα κομμάτι πολυεστέρα πανομοιότυπου όγκου, το οποίο στεκόταν επιδεικτικά πάνω στην πλάκα του εργαστηρίου Φυσικής.
Η παρατήρηση αυτής της τελευταίας άμεσης ανταλλαγής, κοιτώντας την πλάκα και το μόνιτορ από δίπλα, ήταν μία ασυνήθιστη εμπειρία για τους παρευρισκόμενους: όταν η Μαόκο το ενεργοποίησε, τα δύο κομμάτια απλώς αντάλλαξαν θέσεις, σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
<Έχω την αίσθηση ότι το φαινόμενο έχει να κάνει με την εγγενή γεωμετρία του χώρου, απόλυτα διαχωρισμένο από αυτά που περιέχει ο χώρος>, παρατήρησε η Νόβακ. Πλησίασε τον Καμαράντα και τον Σουλτς και ανέφερε τα αποτελέσματα του τελευταίου πειράματος μαζί με τις σκέψεις της. Οι δύο μελετητές κοιτάχτηκαν, μετά ο Ινδός σήκωσε τους ώμους κι έσβησε όλον τον πίνακα. Έμειναν για λίγο σκεπτικοί και, μετά, άρχισαν να γράφουν και πάλι, με τη Νόβακ που πότε-πότε τους έδειχνε κάποια λεπτομέρεια στις εξισώσεις. Ακολούθησε μία μικρή σχετική συζήτηση, μετά η εξίσωση άλλαζε συχνά και συνεχιζόταν.
Έτσι πέρασαν αρκετές ώρες.
Η Μπράις πήγε να παραδώσει κάποια μαθήματα. Εκείνη την ημέρα, οι φοιτητές της αναρωτιούνταν τι της είχε συμβεί: δεν ήταν στριφνή και απαιτητική, όπως συνήθως, αλλά φαινόταν γαλήνια από κάποιου είδους εσωτερική χαρά, για την αιτία της οποίας δεν είχαν καμία ένδειξη.
Ο Κομπαγιάσι κι η Μαόκο άρχισαν να μεταβάλλουν παραμέτρους και μικρομετρικές ρυθμίσεις, με πιο συστηματικό και οργανωμένο τρόπο από ότι το έκαναν ο Ντρου κι ο Μαρρόν, εκείνη τη μοιραία νύχτα. Ο Ντρου τους είχε παράσχει έναν επαρκή αριθμό δειγμάτων για τις δοκιμές και διεξήγαγαν πολλά πειράματα. Ωστόσο, γύρω στο μεσημέρι, ο Κομπαγιάσι σηκώθηκε θυμωμένος είπε κάποια βρισιά στα Ιαπωνικά, μετά ακούμπησε και τα δύο χέρια στον πάγκο, παρατήρησε με φανερή επιθετικότητα τον εξοπλισμό. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Πριν κάνουν την τελευταία ανταλλαγή, εισήγαγαν μία πολύ πολύπλοκη ρύθμιση, από κάποιες σημειώσεις και διαγράμματα που υπήρχαν σε πολλές σελίδες που ήταν τακτοποιημένες στο διπλανό τραπέζι. Το αποτέλεσμα, όμως, δεν ήταν το επιθυμητό.
<Γιατί το σημείο Β δεν μετακινείται, να πάρει;> αναφώνησε ο Κομπαγιάσι.
Το πρόσωπο της Μαόκο είχε σκοτεινιάσει και φαινόταν ιδιαίτερα συγχυσμένη. Σηκώθηκε και πήρε στα χέρια της μερικές σημειώσεις τις οποίες ξαναδιάβασε για πολλοστή φορά, ψάχνοντας για κάποιο λάθος.
<Δεν υπάρχουν λάθη, Κομπαγιάσι-σαν>, δήλωσε μετά από λίγο. <Είναι σαν να υπάρχει μία δεύτερη πολωμένη πλάκα, που διατηρεί την περιοχή πάντα σταθεροποιημένη στην ίδια θέση>.
<Μα δεν υπάρχουν άλλες πλάκες, Μαόκο-Σαν!>, απάντησε με πείσμα ο Ιάπωνας. <Υπάρχει κάτι που δεν βλέπουμε, κάτι που μας διαφεύγει. Κι ύστερα, πού υποτίθεται ότι είναι αυτή η δεύτερη πλάκα, κατά την άποψή σου;>
Η Μαόκο κοίταξε πάνω, προς το ταβάνι.
<Εκεί, καθηγητά>, είπε, δείχνοντας ψηλά.
<Ντρου-Σαν>, φώναξε δυνατά ο Κομπαγιάσι.
Ο Ντρου κατασκεύαζε κάποια μέρη για το αντίγραφο του Μηχανήματος. Με μεγάλα βήματα πλησίασε τους δύο Ιάπωνες.
<Πες μου, Νόμπου>.
<Τι υπάρχει μέσα σε αυτό το ταβάνι;>
Ο Ντρου τον κοίταξε με ανοικτά τα μάτια.
<Μέσα στο ταβάνι;> ρώτησε έκπληκτος. <Τι εννοείς μέσα στο ταβάνι;>
<Μέσα στο ταβάνι>, είπε ξανά ανυπόμονος ο Κομπαγιάσι. Όταν δεν κατάφερνε να λύσει ένα πρόβλημα γινόταν δύστροπος. <Υπάρχει μέταλλο, από όσο ξέρεις; Μία χοντρή, μεγάλη μεταλλική πλάκα;>
Ο Ντρου τον κοίταξε εμβρόντητος και μετά, ξαφνικά, κατάλαβε τι εννοούσε με αυτή του την ερώτηση ο Ιάπωνας συνάδελφός του.
<Στο ταβάνι δεν ξέρω, αλλά ξέρω τι υπάρχει πάνω από το ταβάνι!> αναφώνησε ο Ντρου. Υπάρχει ένα εργαστήριο της Επιστήμης Υλικών. Πάμε να δούμε!>
Ακολουθούμενος από τον Κομπαγιάσι και τη Μαόκο, ο Ντρου βγήκε από το εργαστήριο και ανέβηκε με τις σκάλες. Άνοιξε διάπλατα την πόρτα του άλλου εργαστηρίου, αφήνοντας έκπληκτους τους φοιτητές που δούλευαν, και κατευθύνθηκε προς την περιοχή που ήταν ακριβώς πάνω από τον εξοπλισμό του.
Ακριβώς εκεί, πεσμένο στο πάτωμα υπήρχε ένα γαλβανισμένο έλασμα σιδήρου, με πάχος μερικών χιλιοστών και μάκρος 2x2 μέτρα.
<Να το!> φώναξε ο Κομπαγιάσι, δείχνοντας τη μία πλευρά του ελάσματος.
Η Μαόκο είδε και άρχισε να συγκατανεύει, αποβάλλοντας με μία βαθιά εκπνοή την ένταση που είχε τόσες ώρες.
<Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε γιατί το σημείο Β δεν μετακινούνταν πια, ό,τι κι αν κάναμε. Τώρα είναι ξεκάθαρο>, είπε θριαμβευτικά. <Αυτό το έλασμα λειτουργεί ως δευτερεύουσα πλάκα, σε σχέση με την πλάκα στο σημείο Α. Είναι παράλληλη σε εκείνη κι έχει τάση αναφοράς ίση με το μηδέν, γιατί έχει πέσει στο έδαφος!> και έδειξε το ίδιο σημείο που είχε δείξει πριν ο Κομπαγιάσι.
Ακολουθώντας το δάχτυλο της κοπέλας, ο Ντρου είδε ότι η άκρη του γαλβανισμένου ελάσματος ακουμπούσε στο σωλήνα έκπλυσης του νεροχύτη του εργαστηρίου. Ο μεταλλικός σωλήνας ήταν συνδεδεμένος με το σύστημα έκπλυσης κι ένα μέρος του κατέληγε στο πάτωμα. Εφόσον το πάτωμα ήταν η αναφορά της μηδενικής τάσης, για πολλά συστήματα ηλεκτρικής τροφοδοσίας, εκείνο το έλασμα βρέθηκε να παίζει ρόλο στο περίεργο πείραμα του Ντρου.
<Αν αυτό το έλασμα δεν ήταν εδώ, ή δεν συνδεόταν με το έδαφος, η συσκευή μου δεν θα είχα παράξει ποτέ το φαινόμενο που μελετάμε>, παρατήρησε ο Ντρου. <Τρέλα>.
<Αυτές είναι οι συμπτώσεις που κάνουν το ανθρώπινο είδος να προοδεύει, φίλε μου>, δήλωσε ικανοποιημένος ο Κομπαγιάσι.
Ο Ντρου γύρισε προς τους φοιτητές που τους παρατηρούσαν εμβρόντητοι.
<Εσύ!>, φώναξε ένα αγόρι που φαινόταν έξυπνο. <Πήγαινε, αμέσως, να φωνάξεις τον καθηγητή σου!>.
<Δεν χρειάζεται να φουντώνεις έτσι, Ντρου. Είμαι πόσην ώρα εδώ>. Μία φωνή ήσυχη και πονηρή, βγήκε πίσω από το παραπέτασμα των φοιτητών, ακολουθούμενη από τον ιδιοκτήτη της, λίγο μετά.
<Α, ε, συγγνώμη, Μόρτον…>, είπε ντροπιασμένος ο Ντρου. <Φαίνεται ότι το έλασμα σου είναι βασικό στοιχείο του πειράματος που κάνουμε κάτω. Σε πειράζει να το αφήσεις εκεί που είναι, για την ώρα;>
<Κανένα πρόβλημα, αγαπητέ συνάδελφε>, του απάντησε ο Μόρτον με σοβαροφάνεια. <Κάνε όπως σε εξυπηρετεί. Ωστόσο…> και τον κοίταξε με χαμογελώντας, <…μου χρωστάς ένα ποτό!>
<Μείνε ήσυχος, Μόρτον, ευχαριστώ>.
Ενώ επέστρεφαν κάτω, ο Κομπαγιάσι μίλησε λίγο με τη Μαόκο και μετά ενημέρωσε τον Ντρου.
<Τώρα, μπορούμε να φτιάξουμε μία δεύτερη πλάκα, να τη χρησιμοποιήσουμε με πρακτικό τρόπο. Θα εξυπηρετούσε μία τετραγωνοποιημένη πλάκα, με πλευρές των 20 εκατοστών και πλάτους 1 χιλιοστόμετρου. Θα την σταθεροποιήσουμε σε μία ρυθμιζόμενη υποστήριξη και θα την τοποθετήσουμε αρχικά στα 10 εκατοστά, πάνω από την πλάκα του σημείου Α. Προφανώς, θα την συνδέσουμε με το πάτωμα, γιατί θα έχει την ίδια ηλεκτρική συμπεριφορά με το έλασμα του εργαστηρίου της Επιστήμης των Υλικών>.
Ο Ντρου στρώθηκε αμέσως στη δουλειά και, μέσα σε μία ώρα, η δευτερεύουσα πλάκα ήταν έτοιμη.
Ο Κομπαγιάσι την τοποθέτησε όπως είχαν πει, μετά έψαξε μέσα στο κουτί των δειγμάτων κάτι για να βάλει στο σημείο Α. Το κουτί ήταν εντελώς άδειο: είχαν χρησιμοποιήσει όλα όσα είχαν στη διάθεσή τους.
<Δεν έχεις τίποτε άλλο να χρησιμοποιήσουμε, Ντρου;> είπε ανυπόμονα ο Κομπαγιάσι.
<Θα πάω να δω…>, ο Ντρου κοίταξε τριγύρω και, μη βρίσκοντας κάτι άλλο, πήρε ένα πλαστικό ποτήρι γεμάτο κρυσταλλικές βελόνες και το έδωσε στον Ιάπωνα.
<Χρησιμοποίησε αυτό. Δεν ξέρω τι είναι, αλλά πιστεύω ότι δεν είναι κάτι ιδιαίτερο>.
Ο Κομπαγιάσι ακούμπησε το ποτήρι στην πλάκα του σημείου Α, μετά, χωρίς να κάνει κάποια ρύθμιση, έκανε νόημα στη Μαόκο.
Εκείνη πάτησε το πλήκτρο ενεργοποίησης και, στη στιγμή, μία πολύ δυνατή έκρηξη ταρακούνησε το εργαστήριο.
Όλοι έπεσαν τρομοκρατημένοι στο έδαφος. Ο Ντρου δεν μπορούσε να αναπνεύσει και πετάχτηκε στην πόρτα. Την άνοιξε διάπλατα και επέστρεψε μέσα για να βοηθήσει τους άλλους.
Η Νόβακ ήταν πεσμένη στο πάτωμα με το πρόσωπο προς τα κάτω, αναίσθητη. Ο Σουλτς κι ο Καμαράντα σηκώνονταν εκείνη την ώρα. Λαχανιασμένοι σήκωσαν τη Νορβηγίδα, πιάνοντας την ο Ινδός από τις μασχάλες κι ο Γερμανός από τα πόδια και την έβγαλαν έξω.
Η Μαόκο κι ο Κομπαγιάσι είχαν ήδη βγει έξω από μόνοι τους κι έπαιρναν αέρα με μεγάλες ανάσες.
Ο Ντρου είχε συνέλθει αρκετά και έσπευσε στη Νορβηγίδα. Ο Καμαράντα την κουνούσε δυνατά, ενώ ο Σουλτς της κρατούσε τα πόδια λίγο υπερυψωμένα, για να διευκολύνει την κυκλοφορία. Σε λίγα δευτερόλεπτα, η γυναίκα επανήλθε και με τη βοήθεια των συναδέλφων της, στάθηκε και πάλι στα πόδια της.
Στο μεταξύ, είχαν φτάσει πολλά άτομα από τις γύρω αίθουσες.
Ο Ντρου βιάστηκε να μειώσει τη σπουδαιότητα του συμβάντος, για να μην τραβήξει την προσοχή στην μυστική μελέτη που βρισκόταν σε εξέλιξη.
<Εξερράγη ένα τροφοδοτικό, τίποτα σημαντικό. Ξέρετε πώς είναι, παλιά πράγματα, δεν υπάρχουν χρήματα για να πάρουμε καινούργια και συμβαίνουν τέτοια πράγματα>.
Φοιτητές και καθηγητές από τα άλλα εργαστήρια συγκατένευσαν με κατανόηση και, σιγουρεύοντας ότι τα άτομα που εμπλέκονταν στο συμβάν ήταν καλά, αν και λίγο ταραγμένοι, επέστρεψαν στις δουλειές τους.
Εκείνη τη στιγμή έφτασε κι η καθηγήτρια Μπράις.
Είχε ακούσει την έκρηξη από μακριά, ενώ βρισκόταν ήδη καθ’ οδόν προς το εργαστήριο και βιάστηκε να φτάσει.
<Τι κάνατε;> ρώτησε ανήσυχη βλέποντάς τους έτσι μαυρισμένους, με τα ρούχα τσαλακωμένα και τα μαλλιά φουντωμένα.
<Δεν ξέρουμε ακόμη>, απάντησε ο Ντρου κοιτώντας γύρω του επιφυλακτικά, για να σιγουρευτεί ότι δεν είχε μείνει κανείς ξένος για να ακούσει.
Ξαναμπήκαν με προσοχή στο εργαστήριο.
Ο πάγκος του πειράματος ήταν στη θέση του.
Ο Ντρου έκανε τον γύρω του χώρου και, ξαφνικά, το είδε!
Στην κουζίνα, το μπολ με το νερό είχε εκραγεί.
Ήταν ένα μπολ 10 λίτρων και δεν είχε μείνει ούτε κομματάκι από το πλαστικό.
Τριγύρω, όλα τα μεταλλικά αντικείμενα ήταν κατεστραμμένα κι ακόμη κάπνιζαν. Ο τοίχος ήταν μαυρισμένος και στο πάτωμα υπήρχαν σταγόνες χρωματιστού υγρού, ανάμικτες με πεσμένα κομμάτια των συσκευών που είχαν χτυπηθεί.
<Μα τι κάνατε;> ρώτησε ξανά η Μπράις.
Ο Καμαράντα, ο Σουλτς κι η Νόβακ κοιτούσαν ερωτηματικά τον Ντρου και τους δύο Ιάπωνες.
<Να, φτιάξαμε ένα καινούριο κομμάτι για το μηχάνημα, το συνθέσαμε και δοκιμάσαμε να μεταφέρουμε ένα δείγμα. Αυτό>, είπε αβέβαιος ο Ντρου.
Η Μαόκο κι ο Κομπαγιάσι κοίταζαν ανέκφραστοι μπροστά τους.
<Ένα δείγμα; Τι δείγμα;> ρώτησε θορυβημένη η Μπράις.
<Εε...> συνέχισε ο Ντρου, <... στην πραγματικότητα, τα δείγματα είχαν τελειώσει, έτσι κοίταξα τριγύρω και βρήκα ένα ποτήρι γεμάτο με διάφανους κρυστάλλους, με τη μορφή καρφιών…σαν αυτά εδώ> και έδειξε ένα ποτήρι πανομοιότυπο με το πρώτο, που ήταν ακουμπισμένο σε ένα ράφι.
Η καθηγήτρια Μπράις χλόμιασε.
<Καταραμένε!> ούρλιαξε, <αυτό είναι ιωδιούχο βηρύλλιο!>
Οι παρευρισκόμενοι την κοίταξαν σαν χαζοί.
<Μα δεν καταλαβαίνετε;> φώναξε ακόμη πιο δυνατά. <Το ιωδιούχο βηρύλλιο είναι έντονα υγροσκοπικό και έχει έντονη αντίδραση με το νερό! Και η αντίδραση παράγει υδροϊώδιο, ένα από τα πιο διαβρωτικά οξέα που υπάρχουν! Είστε τυχεροί που είστε ακόμη ολόκληροι. Μα πώς σας ήρθε στο μυαλό να το βάλετε μέσα στο μπολ με το νερό;>
Οι δύο Ιάπωνες συνέχισα να σιωπούν, αλλά ο Ντρου τους κοίταξε επίμονα.
<Δεν ήταν δυνατόν να προβλέψουμε που θα κατέληγε το σημείο Β, με την καινούργια πλάκα>, άρχισε να λέει ο Κομπαγιάσι με άτονη φωνή. <Αυτό ήταν το πρώτο πλήρες πείραμα και, με βάση αυτό μπορούσαμε να αρχίσουμε να βαθμονομούμε μία κλίμακα διαστάσεων, για να υποδεικνύει τον προορισμό>.
Η Μαόκο συγκατένευσε βιαστικά.
<Μα αντιλαμβάνεστε τον κίνδυνο στον οποίο μας βάλατε;> αναφώνησε η Νόβακ. <Αυτό το δείγμα θα μπορούσε να καταλήξει σε οποιοδήποτε σημείο, ακόμη και μέσα σε άνθρωπο!>
<Και λοιπόν;> της ανταπάντησε η Μαόκο. <Ίσως εσείς, η μεγάλη επιστήμων, είχατε κάποια άλλη λύση; Μήπως μας δώσατε κάποιο χρήσιμο στοιχείο, για να βαθμονομήσουμε το μηχάνημα; Όχι. Έτσι, έπρεπε να πειραματιστούμε εμείς. Και ο κίνδυνος ήταν αποδεκτός. Ήμαστε κι εμείς σε αυτό το εργαστήριο. Το πρόβλημά με εσάς τους Δυτικούς είναι ότι για εσάς ο θάνατος είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να υπάρξει, ενώ για εμάς στην Ανατολή, είναι και θέμα τιμής! Να πεθάνεις με τιμητικό τρόπο, κάνοντας κάτι σπουδαίο είναι μία από τις μεγαλύτερες αξίες μας!> κατέληξε η μικρόσωμη Γιαπωνέζα με μάτια που έβγαζαν φωτιές και σφίγγοντας τις γροθιές της.
Η Νόβακ ήταν έτοιμη να απαντήσει, αλλά ο Ντρου παρενέβη για να ηρεμήσει τα πνεύματα.
<Ηρεμήστε, κυρίες μου. Στο τέλος-τέλος, δεν βλέπω τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε, ελλείψει βάσιμης θεωρίας. Μα πώς κατέληξε το ιωδιούχο βηρύλλιο σε ένα εργαστήριο Φυσικής;>
Δεν απάντησε κανείς, ωστόσο η καθηγήτρια Μπράις πήρε το ποτήρι που είχε απομείνει και το πήρε μαζί της. Εκείνο το πρωί έφτασε στη συνάντηση με τα δύο ποτήρια, τα οποία έπρεπε να πάει μετά στο δικό της εργαστήριο, για κάποια πειράματα ρουτίνας. Τα ακούμπησε προσωρνά στο ράφι. Η λιποθυμία και όσα ακολούθησαν με τις ανταλλαγές δειγμάτων ανάμεσα στο εργαστήριο Φυσικής και του γραφείου της, την είχαν κάνει να ξεχάσει εντελώς το ιωδιούχο βηρύλλιο.