Читать книгу Κριτήριο Λάιμπνιτς - Maurizio Dagradi - Страница 18

Κεφάλαιο XI

Оглавление

Ο Μαρρόν τελείωσε με το φαγητό, γύρω στη μία, χαιρέτισε τη Σαρλίν και πήγε στο εργαστήριο.

Στη διαδρομή συνάντησε την καθηγήτρια Μπράις. Είχε μία σκοτεινή έκφραση και τον αγνόησε, όταν εκείνος πήγε να τη χαιρετήσει.

Μόλις πέρασε την πόρτα κατάλαβε ότι κάτι πολύ σοβαρό πρέπει να είχε συμβεί. Τα ρούχα των καθηγητών ήταν λερωμένα και τσαλακωμένα, ενώ στο εργαστήριο βασίλευε το χάος. Δύσοσμος καπνός έβγαινε ακόμη από το μέταλλο που είχε ακουμπήσει το οξύ, η κουζίνα ήταν διαλυμένη και πολλές συσκευές φαίνονταν ανεπανόρθωτα χαλασμένες. Ευτυχώς, η συσκευή της ανταλλαγής ήταν άθικτη, χάρη σε μία ντουλάπα που την προστάτεψε από την έκρηξη.

Πρόσεξε μία έντονα κακή διάθεση και, κυρίως, μία έντονη εχθρότητα μεταξύ Μαόκο και Νόβακ, οι οποίες κοιτάζονταν εχθρικά.

Ο Ντρου, βλέποντάς τον να μπαίνει, τον φώναξε.

<Είχαμε μία έκρηξη, Μαρρόν>, του εξήγησε ο καθηγητής πολύ σοβαρά.

Ο Ντρου του διηγήθηκε τα πρωινά γεγονότα και κατέληξε με την περιγραφή του ατυχήματος. Ο φοιτητής άκουγε με αυξανόμενη ανησυχία.

<Καθηγητά, αυτό σημαίνει ότι σε κάθε Ανταλλαγή που θα προσπαθούμε, από εδώ και στο εξής, δεν θα ξέρουμε πού θα είναι το σημείο Β>, αποκάλυψε τους φόβους του ο Μαρρόν. <Αυτό μου φαίνεται πολύ επικίνδυνο. Τι μπορούμε να κάνουμε;>

<Για την ώρα, σταματάμε. Όπως βλέπεις>, κι εδώ ο Ντρου έδειξε τον ίδιο και τους συναδέλφους του, <έχουμε όλοι μας ανάγκη να τακτοποιηθούμε και να φάμε. Βρήκες το υλικό;>

Ο Μαρρόν συγκατένευσε και ακούμπησε το κουτί σε έναν κοντινό πάγκο.

<Πολύ καλά, Μαρρόν. Εσύ έχεις φάει;>

<Φυσικά, καθηγητά.>

<Τέλεια. Μείνε εδώ να φυλάς τον χώρο. Εμείς πάμε να ξαναγίνουμε άνθρωποι. Φώναξε τους άλλους. <Κύριοι, συμφωνούμε όλοι για ένα διάλειμμα;> Εκείνοι συγκατένευσαν ζωηρά. <Σύμφωνοι. Θα βρεθούμε πάλι εδώ, να πούμε…>, κοίταξε το ρολόι του, <στις 16:00>

Οι καθηγητές έφυγαν κι ο Μαρρόν έμεινε μόνος.

Προσπάθησε να τακτοποιήσει λίγο, αλλά το εγχείρημα ήταν παράλογο. Άνοιξε διάπλατα τα παράθυρα για να ανανεωθεί ο αέρας και να διώξει την κάπνα που είχε εγκατασταθεί. Έβαλε ένα ζευγάρι γάντια και με τη βοήθεια μίας σκούπας και ενός φαρασιού μάζεψε όσα σκουπίδια μπόρεσε να βρει. Τα πιο μικρά κομμάτια, μάλλον, θα ήταν σφηνωμένα στις ρωγμές των επίπλων και στις πιο δυσπρόσιτες γωνίες του χώρου. Δεν μπορούσαν να μαζευτούν, αν δεν τα αποσυναρμολογούσε όλα και δεν έκανε άνω-κάτω όλο το εργαστήριο. Αυτά τα κομμάτια θα βρίσκονταν μετά από χρόνια, λίγα κάθε φορά, από τους υπεύθυνους καθαριότητας, από τους φοιτητές που θα τύγχανε να είναι εκεί. Κανείς τους δεν θα ήξερε πώς κατέληξαν στα πιο σκοτεινά μέρη, κομμάτια διαβρωμένου μετάλλου και λιωμένου πλαστικού.

Τέλος, μερικά κομμάτια, δεν θα βρίσκονταν ποτέ. Θα γίνονταν μέρος του κτιρίου και η σιωπηλή κληρονομία ενός πειράματος που δεν θα το θυμούνταν, αλλά θα ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος για την επιστημονική πρόοδο.

Τελειώνοντας την καθαριότητα, ο Μαρρόν καθάρισε εντελώς έναν πάγκο και με ένα στεγνό καθαριστικό πανί γυάλισε την επιφάνεια, μετά έβαλε πάνω τα υλικά που αγόρασε, βάζοντάς τα ανά είδος και διαχωρίζοντάς τα ανά τυπολογία. Έλειπαν τα κομμάτια που έφτιαχνε ο Ντρου.

Από ένα γραφείο πήρε έναν υπολογιστή με παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτό που χρησιμοποίησαν στο πείραμα και εγκατέστησε σε αυτόν το ίδιο λογισμικό που είχε και ο άλλος άλλο. Ολοκλήρωσε την εγκατάσταση με τις παραμέτρους που είχαν σωθεί στους δίσκους που είχαν αντιγράψει τη βραδιά της ανακάλυψης.

Είδε ότι ο πίνακας ήταν γεμάτος εξισώσεις, γραφήματα και περίεργα σχέδια που υπέθετε ότι προσπαθούσαν να απεικονίσουν τις πιθανές διαμορφώσεις της στρέβλωσης του χωροχρόνου. Προσπάθησε να ακολουθήσει τη ροή των σκέψεων που εξέφραζε αυτή η εργασία, αλλά κατάλαβε ότι δεν ήταν αρκετά δυνατός για να τα καταλάβει όλα. Κατάφερε να καταλάβει από που ξεκινούσε η σκέψη τους, το γενικό πλαίσιο της σχετικότητας, αλλά οι αναλύσεις του ήταν άγνωστες. Υπήρχαν πολλές διορθώσεις κι από αυτό κατάλαβε ότι εκείνα τα πρότυπα μυαλά μάλωναν έντονα για να καθορίσουν την ύπαρξη εκείνου του δυσοίωνου φαινομένου. Διαχώρισε σαφώς, μέσα από διάφορες καλλιγραφίες, ότι διαφοροποιούνταν κατά τρόπο τυχαίο. Η διαίσθηση του ενός ήταν η λύση για το πρόβλημα, στο οποίο ο άλλος είχε κολλήσει και η δουλειά στον πίνακα αντιπροσώπευε με τον πιο κραυγαλέο τρόπο το πόσο οι τρεις καθηγητές ένωναν τις ειδικότητές τους κατά τρόπο που να επιτύχουν ένα μοναδικό σούπερ-μυαλό, χωρίς ο ένας να θέλει να επικρατήσει του άλλου.

Αυτό ήταν το πραγματικό πνεύμα της έρευνας της ομάδας και ο Μαρρόν ήταν ευτυχισμένος που ήταν μέρος αυτής.

Ακόμη παρατηρούσε τον πίνακα, όταν έφτασαν η Μαόκο και ο Κομπαγιάσι. Συζητούσαν έντονα στα Ιαπωνικά, από τα οποία εκείνος δεν καταλάβαινε τίποτα. Ωστόσο, από τον τόνο της φωνής τους κι από την κινησιολογία τους, φαινόταν να καταλαβαίνει ότι η Μαόκο ήθελε με κάθε κόστος να κάνει κάτι, ενώ ο Κομπαγιάσι προσπαθούσε να την αποτρέψει.

Τον είδαν και σταμάτησαν τη συζήτηση.

<Ω, γεια σου Μαρρόν-Σαν>, τον χαιρέτησε ο Κομπαγιάσι. <Ωραία, έφερες το υλικό του δεύτερου Μηχανήματος. Μπορούμε να αρχίσουμε αμέσως να το φτιάχνουμε. Τα πειράματα θα τα συνεχίσουμε σε λίγο>, κατέληξε με έμφαση, κοιτώντας τη Μαόκο κατευθείαν μέσα στα μάτια τονίζοντας το «σε λίγο».

Η κοπέλα έκανε έναν μορφασμό και πήγε να πάρει το φυλλάδιό της, που περιείχε και το σχέδιο του Μηχανήματος.

Ο Μαρρόν προμηθεύτηκε καλώδια διαφόρων ειδών, βίδες, παξιμάδια και διάφορα αξεσουάρ συναρμολόγησης, μετά έβαλε στον πάγκο τα απαραίτητα εργαλεία: πένσες, κατσαβίδια, ψαλίδια, κόφτες κι ένα ηλεκτρικό τρυπάνι για τη διάνοιξη οπών.

Εκείνος κι ο Κομπαγιάσι άρχισαν να τρυπούν τη δευτερεύουσα πλάκα, ενώ η Μαόκο έδινε οδηγίες για τις διαστάσεις. Μετά συναρμολόγησαν τις στήλες που αποτελούσαν τον σκελετό της συσκευής. Έδεσαν μερικά εξαρτήματα στις στήλες και τα σύνδεσαν με ένα κουτί συνδέσμου, που ήταν επάνω στην πλάκα. Ετοίμασαν με μεγάλη προσοχή ένα πηνίο που δημιουργούσε τροφοδοτικό κύκλωμα μαζί με έναν πυκνωτή που αποτελούταν από δύο αντικριστές πλάκες, η απόσταση των οποίων ρυθμιζόταν μέσα από μία μικρομετρική βίδα. Ρύθμισαν την απόσταση ακριβώς στα 3 χιλιοστά, την ίδια τιμή στην οποίο είχε βαθμονομηθεί ο πυκνωτής του πρωτότυπου Μηχανήματος.

Μετά από κάθε φάση συναρμολόγησης, η Μαόκο επιβεβαίωνε ότι οι σύνδεσμοι και οι ρυθμίσεις ήταν απόλυτα σύμφωνες με το σχέδιο.

Ακούμπησαν τη γεννήτρια υψηλής τάσης στην πλάκα και τη σύνδεσαν στο κουτί συνδέσμου και στο πηνίο.

Οι παράμετροι που μεταβάλλονταν κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, αντιδρούσαν στην τάση, στο κύκλωμα και στη μορφή του κύματος που παρήγαγε η γεννήτρια, γι’ αυτό τις σύνδεσαν με τον υπολογιστή, μέσω ενός καλωδίου επικοινωνίας.

Ενώ τοποθετούσαν τα στηρίγματα για τα δύο πλέγματα ιονισμού, έφτασε ο Ντρου, ακολουθούμενος κατά πόδας από τη Νόβακ, τον Σουλτς και τον Καμαράντα.

<Βλέπω ότι έχετε προχωρήσει. Συγχαρητήρια!> είπε ο Ντρου παρατηρώντας τη δουλειά που είχαν κάνει. Πήγε να πάρει ένα κουτί και το έδωσε στον Μαρρόν. <Εδώ είναι τα κομμάτια που έφτιαξα σήμερα το πρωί. Μένουν ακόμη η πλάκα, για το σημείο Α και η δευτερεύουσα πλάκα>. Κοίταξε τον Κομπαγιάσι, αβέβαιος.

Ο Ιάπωνας ανταπέδωσε το βλέμμα σοβαρός.

<Το Μηχάνημα θα πρέπει να είναι ακριβώς το ίδιο, Ντρου-Σαν>, απάντησε. <Αν συμπεριφερθεί με πανομοιότυπο τρόπο με εκείνον του πρωτότυπου μηχανήματος, τότε ξέρουμε ότι το Φαινόμενο της Ανταλλαγής είναι μία επιστημονική πραγματικότητα, η οποία αναπαράγεται και χρησιμοποιείται, αλλιώς θα πρέπει αναγκαστικά, όσα έχουμε κάνει ως τώρα να περάσουν στη λήθη>.

Η Νορβηγίδα, ο Ινδός και ο Γερμανός ήταν ήδη στον πίνακα, συγκεντρωμένοι όλοι σε μία ιδιαίτερη εξίσωση.

Ο Ντρου ήταν σε τεντωμένο σκοινί και δεν είχε εναλλακτικές.

Πήγε στον πάγκο των μηχανικών εργασιών κι ετοίμασε και τις δύο πλάκες.

Όταν τις πήγε στον Κομπαγιάσι και τους λοιπούς, είδε ότι όλα τα υπόλοιπα είχαν ήδη συναρμολογηθεί. Η Μαόκο καθοδηγούσε τον Μαρρόν στην λεπτή ρύθμιση μίας μικρομετρικής απόστασης11.

<Λίγο…ακόμα…όχι, πολύ!> η Γιαπωνέζα μετρούσε με ένα ψηφιακό μικρόμετρο τον χώρο ανάμεσα στα πλέγματα ιονισμού. <Αργά προς τα πίσω…κι άλλο…φτάνει! Λίγο ακόμη, αλλά ίσα-ίσα…προσοχή…και…στοπ!>

Ο Μαρρόν πήρε αμέσως το χέρι του από τις μικρομετρικές βίδες, χωρίς να φέρει αντίρρηση.

Η Μαόκο σηκώθηκε, πήρε μία ανάσα και μετά έσκυψε πάλι πάνω από τον πάγκο, για να επαναλάβει τη μέτρηση και να επιβεβαιώσει την αντιστοιχία με το σχέδιο.

<437 μίκρον. Τέλεια. Σφίξε τις βίδες>.

Ο Μαρρόν άνοιξε κι έκλεισε πολλές φορές το χέρι του, για να χαλαρώσουν οι πιασμένοι μύες του, μετά πλησίασε αργά τις μακρομετρικές βίδες και με την μέγιστη λεπτότητα έσφιξε τον ομοκεντρικό δακτύλιο σύνδεσης στις βίδες. Κράτησε την ανάσα, για να μην προκαλέσει ανεπιθύμητη κίνηση στο χέρι του. Απομακρύνθηκε και κοίταξε τη Μαόκο.

Η Γιαπωνέζα δεν είχε πάρει στιγμή τα μάτια της από το μικρόμετρο.

<Εντάξει>, δήλωσε κοιτώντας έντονα την οθόνη του οργάνου.

Κοίταξε τον Ντρου.

<Κατά τη γνώμη μας,> συνέχισε κοιτώντας τον Κομπαγιάσι, που συγκατένευσε, <αυτή η ρύθμιση μάλλον είναι κρίσιμη, όσον αφορά το σχέδιο. Κατά τη διάρκεια της παραγωγής ενέργειας που προκύπτει ενεργοποιώντας την ανταλλαγή, τα πλέγματα παράγουν ένα ξεχωριστό ιονισμένο πεδίο, που πυροδοτεί ένα δευτερεύον φαινόμενο στον περιβάλλοντα χώρο, συνδυάζεται με τις πλάκες του σημείου Α, την κύρια και τη δευτερεύουσα και, με κάποιον τρόπο, οδηγεί στην ίδια την Ανταλλαγή>.

<Ο υπολογιστής έδωσε στη γεννήτρια υψηλής τάσης την εντολή παραγωγής ενός ερεθίσματος ενέργειας, διάρκειας μισού δευτερολέπτου>, συνέχισε ο Κομπαγιάσι. <Παρατηρήσαμε ότι η διαφοροποίηση της παραμέτρου της διάρκειας επηρεάζει λίγο τη λειτουργία. Το φαινόμενο παράγεται πάντα με τον ίδιο τρόπο, με την προϋπόθεση ότι η διάρκεια είναι τουλάχιστον 2/10 του δευτερολέπτου. Πάνω από αυτό το όριο, δεν εμφανίζονται αλλαγές στο αποτέλεσμα της Ανταλλαγής. Θεωρούμε ότι το ιονισμένο πεδίο των πλεγμάτων φτάνει τη βέλτιστη ένταση, όταν ορίζεται τουλάχιστον η ελάχιστη διάρκεια, πηγαίνει την Κ22 στα 1123,08V και την απόσταση των δικτύων, στα 437 μίκρον. Άλλες ρυθμίσεις του συστήματος αλλάζουν τις διαστάσεις και το σχήμα αυτού που ανταλλάσσεται, ενώ από πλευράς συντεταγμένων του προορισμού, είναι αναγκαίο να πειραματιστούμε ξεκινώντας από το σημείο Β, που η δευτερεύουσα πλάκα μετέφερε σε αυτό το εργαστήριο>.

<Ωραία>, συγκατένευσε ο Ντρου, έχοντας σκοτεινιάσει.

Συναρμολόγησαν την πλάκα Α και την πλακέτα Α2, όπως είχαν βαφτίσει τη δευτερεύουσα πλάκα, κι η Μαόκο ήλεγξε και πάλι όλους τους συνδέσμους και τις ρυθμίσεις.

Ο Μαρρόν κάθισε στον υπολογιστή, ξεκίνησε το απαραίτητο πρόγραμμα και επιχείρησε να επικοινωνήσει με τη γεννήτρια. Λειτουργούσε τέλεια. Στράφηκε προς τους άλλος, με ερωτηματικό ύφος.

Ο Ντρου ήταν σε τεντωμένο σκοινί. Όλα ήταν έτοιμα για να δοκιμάσουν το δεύτερο Μηχάνημα, αλλά εκείνος φοβόταν, πραγματικά, ότι η Ανταλλαγή θα μπορούσε να γίνει μέσα σε κάποιον άνθρωπο. Θα ήταν μία καταστροφή, μία τραγωδία για την καριέρα του και για το μέλλον της Επιστήμης. Και για το θύμα, για να λέμε και την αλήθεια.

Ο Κομπαγιάσι τον κοιτούσε όπως θα κοιτούσε ένας Σαμουράι έναν συνάδελφό του που δίσταζε να αυτοκτονήσει για την τιμή του. Ο Ντρου κατάλαβε την απέχθεια του φίλου του, αλλά δεν μπορούσε να κάνει κάτι. Δεν φοβόταν μόνο για τον ίδιο, αλλά και για όλους τους άλλους.

H Μαόκο βύθισε τις γροθιές της στα πλευρά της, έγειρε το κεφάλι κι έμεινε να τον κοιτά στραβά, αγέλαστη, περιμένοντας.

Ο Μαρρόν τον κοιτούσε νευρικός.

Ο Ντρου δίσταζε ακόμα, ήταν αβέβαιος, αλλά στο τέλος το αποφάσισε.

<Εντάξει>, ανακοίνωσε. <Ας το δοκιμάσουμε>.

Η Μαόκο πλησίασε τον υπολογιστή και κοίταξε τον Μαρρόν με νόημα. Εκείνος κατάλαβε αμέσως, ανακουφισμένος που του αφαιρέθηκε αυτή η ευθύνη.

Η Μαόκο κάθισε και καταχώρησε, εν ριπή οφθαλμού, όλες τις απαραίτητες παραμέτρους και μετά κοίταξε τον Ντρου.

<Ένα δείγμα, παρακαλώ>, είπε με τραχιά φωνή, όπως ο άνεμος που μαστιγώνει την κορυφή του όρους Φούτζι.

Ο Ντρου κοίταξε τριγύρω, διάλεξε ένα γυάλινο πρίσμα και το ακούμπησε στην κύρια πλάκα.

Η Μαόκο κοίταξε τον Κομπαγιάσι, ο οποίος παρατηρούσε για μία τελευταία φορά τον εξοπλισμό, για να σιγουρέψει ότι φαινόταν να είναι όλα στη θέση τους και συγκατένευσε.

Η Γιαπωνέζα πλησίασε το δάχτυλό της στο πλήκτρο ενεργοποίησης, μετατόπισε το βλέμμα της στο δείγμα και ήταν έτοιμη να πατήσει το πλήκτρο, όταν ένα ουρλιαχτό από τη Νόβακ τη σταμάτησε στη στιγμή.

<Σταματήστε!> ούρλιαξε τρέχοντας προς τον πάγκο, ακολουθούμενη από τον Σουλτς και τον Καμαράντα.

<Μην ενεργοποιείται το Μηχάνημα! Μείνετε ακίνητοι!>, διέταξε ταραγμένη.

Η Μαόκο πήρε το χέρι της από το πληκτρολόγιο και κοίταξε με μίσος τη Νόβακ.

<Καταλάβαμε τι γίνεται με τις συντεταγμένες>, συνέχισε η Νορβηγίδα. <Συνδέεται άμεσα με την απόσταση ανάμεσα στην κύρια και τη δευτερεύουσα πλάκα, σύμφωνά με μία μαθηματική συνάρτηση που θα συζητήσουμε μετά, αλλά το πρόβλημα είναι ότι είναι ότι, κατ’ εμάς, υπάρχει ιδιαίτερη σχέση και με το μήκος Planck>12.

Ο Ντρου την κοιτούσε έκπληκτος.

<Τι, ακριβώς, θέλετε να πείτε;>

<Θέλω να πω ότι κάποιες από τις περίφημες παραμέτρους σας επηρεάζουν και τις συντεταγμένες του προορισμού, αλλά μόνο αν έχουν εγκατασταθεί με τιμές ακριβείας, και σύμφωνα με καλά καθορισμένους συνδυασμούς>, ανακοίνωνε θριαμβευτικά η Νόβακ. <Μέχρι σήμερα το πρωί ο προορισμός ήταν σταθερά στο γραφείο της καθηγήτριας Μπράις, μόνο επειδή η αναφορά της απόστασης ανάμεσα στην πλάκα του σημείου Α και του ελάσματος που ήταν πάνω, δεν τροποποιήθηκε από έναν τυχαίο συνδυασμό παραμέτρων. Όταν συναρμολογήσατε την καινούργια και μικρή δευτερεύουσα πλάκα, το πείραμα λειτούργησε με τον ίδιο τρόπο, μόνο επειδή με την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των πλακών και ο προορισμός της ανταλλαγής ήταν κοντινή. Εξήγαμε μία προσεγγιστική συνάρτηση, που είναι σε θέση να εξηγήσει αυτή τη συμπεριφορά. Για καλή τύχη όλων μας, στα πειράματά σας δεν έχετε βρει ακόμη τους κρίσιμους συνδυασμούς. Υπάρχουν τρεις παράμετροι η K9, η K14 και η R11 που, κατ’ εμάς, αποτελούν την τριάδα μετατόπισης. Η τριάδα μετατοπίζει το σημείο Β, από μία απλή τοποθεσία που συνδέεται με την απόσταση ανάμεσα στην πλάκα Α και την πλάκα Α2, βελτιωμένη με τη συνάρτηση που ανέφερα νωρίτερα, σε μία καθόλα αυθαίρετη θέση στον χώρο. Και όταν λέω αυθαίρετη εννοώ «οπουδήποτε»>. Ο Καμαράντα και ο Σουλτς συγκατένευαν ζωηρά.

<Θέλετε να πείτε…>, τραύλισε ο Ντρου.

<Θέλω να πω, αγαπητέ καθηγητά Ντρου, ότι καθορίζοντας τυχαία την τριάδα, μπορούμε να τοποθετήσουμε το σημείο Β σε μία οποιαδήποτε θέση στο άγνωστο Σύμπαν>, κατέληξε με μάτια που έλαμπαν και με μία δαιμόνια έκφραση.

Ο Ντρου έγινε κατακόκκινος. Κρατούσε την ανάσα του, όσο εξηγούσε η επιστήμων, και τώρα χρειαζόταν οξυγόνο.

Τον Μαρρόν τον έλουσε κρύος ιδρώτας, μόλις κατάλαβε, ενώ ο Κομπαγιάσι κι η Μαόκο χαμογελούσαν ικανοποιημένοι. Ποιος ξέρει γιατί;

<Το μήκος Planck μπαίνει στην εξίσωση της μετατόπισης καθορίζοντας τις διακριτές θέσεις του σημείου Β>, εξήγησε ο Σουλτς. <Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε, για παράδειγμα, να πάμε το σημείο Β στην επιφάνεια του Δία, στις συντεταγμένες με γεωγραφικό πλάτος 30 μοίρες Βόρεια και μήκος 125 μοίρες Ανατολικά, αλλά ούτε μέτρο πιο μπροστά, πιο πίσω, πάνω ή κάτω. Ο εναλλακτικός πλησιέστερος προορισμός, θα μπορούσε να βρίσκεται σε απόσταση 100 χιλιομέτρων. Προσέξτε, έδωσα ένα παράδειγμα μόνο, γιατί τις πραγματικές τιμές προσπαθούμε ακόμη να τις βρούμε. Στο μεταξύ, πρέπει να πειραματιστούμε με την τριάδα>.

<Οπότε...> είπε ο Ντρου.

<Οπότε,> παρενέβη ο Καμαράντα, <αν το Μηχάνημα που μόλις κατασκευάσατε έχει διαφορά κατασκευής ή ρύθμισης, ο προορισμός θα μετατοπιστεί, απ’όσο περιμένουμε. Αντίθετα με την περιοχή, του πλέον σπασμένου μπολ με το νερό, το σημείο Β, βρίσκεται αλλού και η μέτρηση της μετατόπισης, θα είναι ανάλογη του μήκους Planck, σύμφωνα με τη συνάρτηση που μόλις βρήκαμε>.

<Το Μηχάνημα είναι το ίδιο!> αναφώνησε η Μαόκο με μνησικακία, αλλά ο Κομπαγιάσι ακούμπησε το χέρι του στο μπράτσο της, για να την ηρεμήσει.

<Έχουμε πλέγματα ιονισμού με gap13 437 μίκρον>, είπε ο Ιάπωνας. <Το μικρόμετρο που χρησιμοποιήθηκε για τη μέτρηση του κενού, έχει ανάλυση ενός μίκρον, έτσι η ακριβής τιμή μπορεί να είναι από 436,5 έως 437,4 μίκρον14. Υποθέτουμε ότι, στην πραγματικότητα, το gap είναι ίσο με 436,9 μίκρον. Πού θα είναι το σημείο Β;>

Η Νόβακ, ο Καμαράντα κι ο Σουλτς πήγαν στον πίνακα, έσβησαν ένα τμήμα που δεν ήταν απαραίτητο κι ανέπτυξαν τη συνάρτηση με βάση τα πραγματικά δεδομένα που μόλις τους γνωστοποιήθηκαν. Η εξίσωση ήταν πολύπλοκη και χρειάστηκαν μερικά λεπτά. Μετά ο Σουλτς σημείωσε σε ένα χαρτί το αποτέλεσμα και οι τρεις τους γύρισαν στον πάγκο.

<Υποθέτοντας ότι δεν συνδέεται κάποια τριάδα>, ξεκαθάρισε ο Γερμανός, <δηλαδή αφήνοντας τις παραμέτρους ως έχουν, το σημείο Β θα είναι στα 18,6 μέτρα, σύμφωνα με το μπολ με το νερό. Την κατεύθυνση της μετατόπισης δεν ξέρουμε να την προσδιορίσουμε ακόμη, έτσι φανταστείτε ότι έχουμε μία σφαίρα με ακτίνα 18,6 μέτρα, με κέντρο το μπολ με το νερό. Επομένως, το νέο σημείο Β βρίσκεται κάπου στην επιφάνεια αυτής της σφαίρας>.

Ο Ντρου κοίταξε έξω από το παράθυρο.

Είχε σκοτεινιάσει ήδη. Λίγα άτομα κυκλοφορούσαν στους δρόμους του Πανεπιστημίου, που ήταν κοντά στο εργαστήριο. Στα ψηλότερα πατώματα, ίσως να μην υπήρχε κανείς, όπως και στους γειτονικούς χώρους. Η επιφάνεια της φανταστικής σφαίρας περνούσε και υπογείως, όμως. Θα μπορούσαν να υπάρχουν αγωγοί αερίου εκεί; Ο Ντρου θεωρούσε πως δεν θα υπήρχαν. Τον είχε καταλάβει μία αβάσταχτη αίσθηση ανικανότητας σε συνδυασμό με παραίτηση. Του φαινόταν ότι είχε έναν ογκόλιθο στο στήθος, που του εμπόδιζε την αναπνοή. Πήγε στην πόρτα, την άνοιξε και βγήκε στο βραδινό αέρα του Μάντσεστέρ του. Εισέπνευσε με βαθιές ανάσες, συνεχόμενα, ενώ οι άλλοι τον κοιτούσαν από μέσα.

Μπορούσε να ζητήσει από τον ΜακΚίντοκ τη δικαιοδοσία να κάνει ένα τέτοιο πείραμα; Όχι, ο Σκωτσέζος το είχε αποφασίσει, θα τον χλεύαζε που ξεκίνησε όλη αυτή τη φασαρία και δεν ήταν σε θέση να την ελέγξει.

Έπρεπε να αναλάβει τις ευθύνες του και τους κινδύνους που υπήρχαν.

Ξαναμπήκε και απευθύνθηκε στον Σουλτς.

<Ποια θα ήταν η ακτίνα της φανταστικής σφαίρας, στην περίπτωση που το gap του πλέγματος ιονισμού ήταν 436,5 μίκρον και πόσο με 437,4;>

<Περίπου 62 χιλιόμετρα στην πρώτη περίπτωση και 15 στη δεύτερη>. Το είχαν ήδη υπολογίσει, όντες προνοητικοί. <Κι αν το gap ήταν 436,99, η σφαίρα θα είχε ακτίνα λίγων μέτρων, διχοτομώντας και τα σώματά μας>, πρόσθεσε ο Σουλτς, στο τέλος.

Ο Ντρου άνοιξε διάπλατα τα μάτια του, για μία στιγμή, και μετά τον κατέλαβε ένα είδος νάρκης.

Πώς θα μπορούσε να πειραματιστεί με τόση ανοχή;

Δεν μπορούσε. Και την ίδια στιγμή δεν είχε εναλλακτικές.

<Θα το κάνουμε>, είπε με σοβαρή φωνή, γέρνοντας το κεφάλι του προς τα κάτω, κοιτώντας το πάτωμα με γεμάτα μάτια.

Όλοι πήγαν γύρω από τον πάγκο με το δεύτερο Μηχάνημα. Τη Νόβακ την έλουζε κρύος ιδρώτας, ενώ ο Μαρρόν κρατήθηκε λίγο μακριά, σαν αυτό να μπορούσε να τον προστατέψει με κάποιο τρόπο.

Η Μαόκο παρατήρησε για άλλη μία φορά όλο το σύστημα και, μετά, πάτησε το πλήκτρο με αποφασιστικότητα.

Μία κόκκινη και πυκνή μάζα εμφανίστηκε στη θέση του γυάλινου πρίσματος, κατεστραμμένη και ξεκίνησε να κυλά αργά από την πλακέτα.

Πλοπ.

Πλοπ.

Σχεδόν, όλοι οι παρευρισκόμενοι χλόμιασαν.

Ο Ντρου έκανε επί τόπου εμετό, ενώ μετά έπεσε στα γόνατα πάνω στον εμετό του. Της Νόβακ λύγισαν τα πόδια και γραπώθηκε από ένα κοντινό ράφι, χλομή σαν πεθαμένη.

Ο Καμαράντα κι ο Σουλτς είχαν πετρώσει, ενώ οι Ιάπωνες ήταν ανέκφραστοι.

Ο Μαρρόν είχε ανοίξει διάπλατα μάτια και στόμα, εμβρόντητος.

Μετά από λίγο, όμως, κοιτάζοντας την κόκκινη μάζα, πρόσεξε κάτι.

Πλησίασε, για να παρατηρήσει καλύτερα.

Κάτι υπήρχε, μέσα στον πολτό.

Πήρε μία λαβίδα και με εξαιρετική προσοχή τη βύθισε μέσα στη μάζα.

Δίστασε για λίγο, αλλά μετά έκλεισε τις άκρες του εργαλείου πάνω από ένα στερεό κομμάτι.

Με μεγάλη προσοχή ξαναέβγαλε τη λαβίδα και έβαλε στον πάγκο το δείγμα που πήρε.

Οι άλλοι ακολουθούσαν τις κινήσεις του σαν υπνωτισμένοι, εκτός από τον Ντρου που ήταν ακόμη γονατισμένος και ταραγμένος.

Ο Μαρρόν εξέτασε το αντικείμενο για λίγο, μετά πήρε ένα μικρό δοχείο και το γέμισε με νερό από τη διπλανή βρύση.

Ξαναπήρε το δείγμα με τη λαβίδα και το βύθισε στο νερό, κρατώντας το. Το κούνησε μερικές φορές για να το καθαρίσει και το νερό στο δοχείο έγινε κόκκινο.

Σήκωσε αργά τη λαβίδα, εμφανίζοντας το καθαρό δείγμα.

Ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του κι έβγαλε μία ηχηρή ανάσα ανακούφισης. <Καθηγητά>, φώναξε, <Καθηγητά, Ντρου…>

Ο Ντρου κούνησε το κεφάλι του, σαν να μην ήθελε να ξέρει.

<Καθηγητά>, φώναξε πάλι ο Μαρρόν, <Είναι όλα εντάξει, Καθηγητά. Ελάτε να δείτε>.

Ο Ντρου σηκώθηκε με κόπο, απρόθυμα και διστακτικός στο να πλησιάσει στον πάγκο.

Αυτό που είδε τον άφησε άναυδο.

Ο Μαρρόν κρατούσε στη λαβίδα ένα κομμάτι κόκκινου πλαστικού, στο οποίο ήταν πιασμένη μία τυπωμένη ετικέτα.

<Αυτό είναι η σάλτσα τομάτας που βάζω πάντα στην μπριζόλα μου>, εξήγησε ο φοιτητής. <Το εστιατόριο του Πανεπιστημίου την αγοράζει απευθείας από Ιταλία, από έναν μικροπαραγωγό και τη φυλά σε ένα έναν ψυκτικό θάλαμο, περίπου 20 μέτρα ανατολικά από εδώ>.

<Ξέρετε ότι είναι πολύ ωραία;>, κατέληξε ο Μαρρόν. <Είναι αρωματισμένη με ρίγανη, που είναι το αγαπημένο μου καρύκευμα>.

Κριτήριο Λάιμπνιτς

Подняться наверх